Οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα υποχρεωθούν να εγκαταλείψουν τις προσπάθειές τους για πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων ύψους αρκετών τρις ευρώ, καθώς ο πρώτος κύκλος διαρπαγματεύσεων με τους εν δυνάμει επενδυτές βρίσκεται κιόλας υπό κατάρρευση. Κατά συνέπεια, οι τράπεζες τείνουν να στραφούν ξανά στη λεγόμενη ‘δημιουργική λογιστική’ και με νέους γύρους τιτλοποιήσεων να περιορίσουν το βάρος των στεγαστικών, επιχειρηματικών, καταναλωτικών, κτηματομεσιτικών και άλλων δανείων που συσσώρευσαν στα καλά χρόνια ώστε να ελαχιστοποιήσουν τις κεφαλαιακές τους απαιτήσεις και να ενισχύσουν τη δυνατότητά τους να χρησιμοποιούν αυτά τα στοιχεία ως ενέχυρα για την άντληση χρηματοδότησης από τις κεντρικές τράπεζες.
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες του International Financing Review, προερχόμενες από στελέχη που συμμετείχαν στις σχετικές διαπραγματεύσεις, οι συνομιλίες των ευρωπαϊκών τραπεζών με τους εν δυνάμει αγοραστές – εταιρίες private equities, hedge funds, ξένες τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρίες – έχουν περιέλθει σε αδιέξοδο κι αυτό διακυβεύει τη δυνατότητα των τραπεζών της Ευρωζώνης να σωθούν από την κατάρρεση μέσω μιας μεγάλης απομόχλευσης.
«Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έλεγαν για πολύ καιρό ότι όλα πάνε καλά ενώ δεν πήγαιναν», δήλωσαν αμερικανικές τραπεζικές πηγές που έχουν ρόλο συμβούλου σε μεγάλους ευρωπαϊκούς πελάτες. «Τώρα συνειδητοποιούν ότι δεν μπορούν να κάνουν αυτό που ανακοίνωσαν και που προσδοκούν οι αγορές. Κι αυτό σημαίνει ότι οδεύουμε αργά προς την εμβάθυνση της κρίσης».
Ορισμένες ευρωπαϊκές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων των γαλλικών BNP Paribas και Societe Generale, ανακοίνωσαν πρόσφατα μεγάλα προγράμματα πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις τους, οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα επιδιώξουν τη συρρίκνωση των ισολογισμών τους κατά 5 τρις ευρώ μέσα στα επόμενα τρία χρόνια – ποσό που αντιστοιχεί στο 20% του συνολικού ΑΕΠ της Ευρωζώνης – μέσα από ένα συνδυασμό πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων και ανακεφαλαιοποίησής τους.
Δρακόντεια μέτρα
Το στέγνωμα της χρηματοδότησης οδηγεί σταδιακά τις τράπεζες σε δρακόντεια μέτρα. Από το καλοκαίρι οι περισσότερες ευρωπαϊκές τράπεζες δεν μπορούν να αντλήσουν χρηματοδότηση από παραδοσιακές πηγές όπως είναι οι αγορές μη ασφαλισμένων ομολόγων. Και καθώς τα υπάρχοντα χρέη τους ωριμάζουν – οι τράπεζες θα πρέπει να μετακυλίσουν ομόλογα ύψους 1,7 τρις ευρώ μέσα στην επόμενη τριετία – πιέζονται να βρουν ρευστότητα προκειμένου να αποφύγουν τη χρεοκοπία.
«Οι τράπεζες νιώθουν την πίεση και στις δύο πλευρές του ισολογισμού τους», επισημαίνει ο Αλμπέρτο Γκάλο, στρατηγικός αναλυτής στην RBS. «Στη μια πλευρά υφίστανται μεγάλες χρηματοδοτικές πιέσεις, με πολλές τράπεζες να μην μπορούν να αντλήσουν ρευστότητα από τις κεφαλαιαγορές, ενώ από την άλλη μεριά βλέπουν την ποιότητα της πλειονότητας των περιουσιακών στοιχείων που κατέχουν να επιδεινώνεται. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα υποχρεωθούν να περιορίσουν τον ισολογισμό τους κατά 5 τρις ευρώ μέσα στα τρία επόμενα χρόνια. Το πρόβλημα είναι ότι λείπουν οι αγοραστές. Οι περισσότερες τράπεζες θα υποχρεωθούν, κατά συνέπεια, να διακρατήσουν αυτά τα περιουσιακά στοιχεία ως τη λήξη τους κι αυτό θα επηρεάσει τη δανειοδοτική τους ικανότητα και, εν τέλει, θα έχει αντίκτυπο στην πραγματική οικονομία».
Σύμφωνα με κόσμο που έχει συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις για τις πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών ωστόσο, το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη αγοραστών αλλά η τιμή. Οι τράπεζες θέλουν να πουλήσουν μόνον τα υψηλότερης ποιότητας περιουσιακά τους στοιχεία και σε τιμές κοντά στην ονομαστική αξία προκειμένου να αποφύγουν τις μεγάλες διαγραφές που θα διαβρώσουν περαιτέρω την κεφαλαιακή τους βάση. Αντίθετα οι πιθανοί αγοραστές θέλουν να αγοράσουν περιουσιακά στοιχεία υψηλών αποδόσεων αλλά μόνον σε χτυπημένες τιμές.
«Οι επενδυτές διαθέτουν υψηλή ρευστότητα αλλά είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν μόνο σε χτυπημένες τιμές» λέει ο Στέφανο Μαρσάλια, πρόεδρος θυγατρικής της Barclays. «Πολλές συζητήσεις γίνονται αλλά υπάρχει χάσμα σε ό,τι αφορά τις τιμές».
Κάτι άλλο που περιπλέκει τις διαπραγματεύσεις είναι το ότι τα προσφερόμενα προς πώληση περιουσιακά στοιχεία είναι ως επί το πλείστον της ίδιας κατηγορίας. Για παράδειγμα αρκετές ολλανδικές τράπεζες θέλουν να πουλήσουν πολύ παραπλήσια τιτλοποιημένα στεγαστικά δάνεια και τα ιδρύματα που συμβουλεύουν αυτούς τους πελάτες τους λένε ότι αυτές οι πωλήσεις δεν είναι δυνατόν να γίνουν.
Συν τοις άλλοις, υπάρχει υψηλή εξάρτηση αρκετών τραπεζών από απούλητα περιουσιακά στοιχεία που έχουν ξεμείνει από την αμερικάνικη φάση της κρίσης. Για παράδειγμα ορισμένες μεγάλες τράπεζες όπως η γερμανική Commerzbank, η αγγλική RBS, η WestLB, αλλά ακόμη και η ιρλανδική κυβέρνηση έχουν συστήσει ‘τράπεζες επισφαλειών’ στις οποίες έχουν ‘ξεφορτώσει’ προβληματικά στοιχεία ενεργητικού με την εντολή να πουληθούν αλλά η διαδικασία βρίσκεται ακόμη πολύ πίσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου