Σε μία από τις μεγαλύτερες πληγές της οικονομίας εξελίσσεται το παραεμπόριο στην Ελλάδα, αφού λόγω της μνημονιακής ύφεσης και της ασυνεννοησίας των ελεγκτικών μηχανισμών το φαινόμενο τείνει να πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, ενώ τα δημόσια ταμεία χάνουν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Κατά κοινή ομολογία όλων των παραγόντων της αγοράς, ο συνολικός τζίρος της λεγόμενης «μαύρης αγοράς» κατ' έτος ξεπερνά το αστρονομικό ποσό των 20 δισεκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων το κράτος χάνει τουλάχιστον 5 δισεκατομμύρια ευρώ λόγω της φοροδιαφυγής, ενώ το λιγότερο 9 δισεκατομμύρια ευρώ από τα χρήματα αυτά φεύγουν στο εξωτερικό από τα μέλη των κυκλωμάτων που διακινούν τα λαθραία προϊόντα.
Το θολό τοπίο των αδειών που χορηγούν οι δήμοι στα παζάρια διογκώνει το φαινόμενο του παραεμπορίου παρά το γεγονός ότι έχουν αυξηθεί κατακόρυφα οι έλεγχοι στην αγορά. Επί της ουσίας το ελληνικό κράτος δεν γνωρίζει πόσες τέτοιες άδειες έχουν χορηγηθεί, αν και υπολογίζεται ότι ξεπερνούν κατά πολύ τις 10.000, χωρίς σε αυτές να περιλαμβάνονται οι 3.000 άδειες επαγγελματιών λαϊκών αγορών και οι 10.000 αγρότες που έχουν άδεια παραγωγού-πωλητή σε λαϊκή αγορά.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, έχουν δοθεί πάνω από 10.000 άδειες πλανόδιου εμπορίου και από τους ελέγχους προκύπτει ότι οι περισσότεροι λειτουργούν χωρίς τιμολόγια και ταμειακές μηχανές, ενώ μαζί με τους «νόμιμους» μαζεύονται στις παρυφές των παζαριών και παράνομοι οικονομικοί μετανάσττες, οι οποίες πωλούν προϊόντα του παραεμπορίου.
Από τους ελέγχους του υπουργείου διαπιστώνεται έκρηξη της παραβατικότητας και του παραεμπορίου, καθώς τα στοιχεία δείχνουν αύξηση κατά 200% των διαπιστωθεισών παραβάσεων, οι οποίες έφθασαν στις 1.354 το 2011, όταν το 2010 ήταν 452. Βέβαια θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι αυξήθηκε κατά 58%, μεταξύ του 2010-2011, ο αριθμός των κλιμακίων ελέγχων (έφτασαν τα 1.484), ενώ κατά 35% αυξήθηκε και το σύνολο των ελεγχόμενων επιχειρήσεων.
Οπως εκτιμούν στελέχη του υπουργείου Ανάπτυξης, το φαινόμενο συντηρείται σε μεγάλο βαθμό λόγω της απροθυμίας που δείχνει το μεγαλύτερο μέρος των δήμων της ελληνικής επικράτειας να υποδείξει στους ελεγκτικούς μηχανισμούς τις βασικές εστίες-χώρους παραεμπορίου προκειμένου να οργανωθούν επιχειρήσεις ελέγχων. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για «την προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας από τα τελωνεία της Ε.Ε.», τα στοιχεία της οποίας επεξεργάστηκε η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), η Ελλάδα το 2009 δέσμευσε 21.990.722 τεμάχια προϊόντων απομιμήσεων - αριθμός που την τοποθετεί στην κορυφή του αντίστοιχου πίνακα στο σύνολο των κρατών-μελών της Ε.Ε. Μετά την Ελλάδα, που είναι στην κορυφή, ακολουθούν η Ολλανδία με κατασχεμένα 17,9 εκατ. αντικείμενα, η Ιταλία με 12,9 εκατ. και η Βουλγαρία με 11,3 εκατ.
Την ίδια στιγμή ο αριθμός των σχετικών υποθέσεων στις οποίες παρενέβησαν οι ελληνικές τελωνειακές αρχές την ίδια χρονιά ανέρχεται στις 253. Από τη σχέση ανάμεσα σε αυτά τα δύο μεγέθη προκύπτει ο εξαιρετικά δυναμικός χαρακτήρας της εισροής προϊόντων απομιμήσεων από τα ελληνικά λιμάνια. Αξίζει να σημειωθεί ότι για το σύνολο των δεσμευμένων προϊόντων στην Ε.Ε. το 64,4% προέρχεται από την Κίνα, το 14,6% από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το 4,5% από την Αίγυπτο και το 4,1% από την Κύπρο.
Ο ΤΖΙΡΟΣ ΤΩΝ 20 ΔΙΣ.
Η εικόνα που επικρατεί στην αγορά, όπως την περιγράφει στην «Espresso» ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης, είναι σοκαριστική: «Ο τζίρος του παραεμπορίου στην Ελλάδα υπολογίζεται στα 20 δισ. ευρώ, κάτι που σημαίνει απώλειες εσόδων για το ελληνικό Δημόσιο της τάξης τουλάχιστον των 5 δισ. ευρώ, αν υπολογίσει κανείς ότι το 23% είναι η απώλεια από τον ΦΠΑ και άλλο τόσο από την φοροδιαφυγή».
Αναφορικά με το λαθρεμπόριο απομιμήσεων, όπως τονίζει ο κ. Κορκίδης, εκτιμάται ότι ο τζίρος των προϊόντων-μαϊμού ανέρχεται στα 9 δισ. ευρώ και όσον αφορά το ποσοστό κυκλοφορίας αυτών των προϊόντων, στην ένδυση-υπόδηση το ποσοστό ανέρχεται στο 20%, στα ηλεκτρικά είδη στο 10%, στα είδη δώρων (gadget) στο 15%, στα ποτά-καπνό περίπου στο 2,5%, ενώ στα τρόφιμα το ποσοστό ακόμη είναι μη μετρήσιμο. Τα δίκτυα διακίνησης προϊόντων απομιμήσεων είναι διεθνικά, αλληλεπικαλύπτονται και με άλλες παράνομες δραστηριότητες, είναι διαρκώς εξελισσόμενα, λόγω της αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών και εκμεταλλεύονται τα διάφορα ελεγκτικά κενά που εμφανίζονται σε κάθε χώρα. neemogr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου