Σε χαμηλά επίπεδα, σε σχέση με χώρες της Μεσογείου και ειδικότερα την Ελλάδα, εξακολουθεί να βρίσκεται η μέση ετήσια κατά κεφαλή κατανάλωση ελαιολάδου στην Κύπρο, παρά την ανοδική τάση στην κατανάλωση τα τελευταία χρόνια.
Σε σχετική παγκύπρια έρευνα, που διενεργήθηκε από ιδιωτική εταιρεία για λογαριασμό του Ελληνικού Οργανισμού Εξωτερικού Εμπορίου (ΟΠΕ), όπως αναφέρεται σε έκθεση της πρεσβείας της Ελλάδας στη Λευκωσία, το ελαιόλαδο και οι ελιές ελληνικής προέλευσης, σε μία κλίμακα αξιολόγησης από το 1-5, απέσπασαν τις ιδιαίτερα θετικές προτιμήσεις των καταναλωτών (3,6-4,1 αντίστοιχα). Συγκεκριμένα, το 22% των ερωτηθέντων κρίνει πολύ θετικά το ελληνικό ελαιόλαδο, ενώ όσον αφορά στις ελιές, το 33% των ερωτηθέντων τις κρίνει θετικά, το 17% έχει ουδέτερη άποψη και μόλις το 12% αρνητική.
Το ελαιόλαδο δεν περιλαμβανόταν στις διατροφικές συνήθειες των Κυπρίων καταναλωτών. Η επιρροή της βρετανικής κουλτούρας, αλλά και η σχετικά μικρή παραγωγή ελαιολάδου (μέχρι το 1992) είχαν ως αποτέλεσμα τη συχνή χρήση, κυρίως, της μαργαρίνης στο μαγείρεμα και των φυτικών ελαίων στις σαλάτες. Ωστόσο, το ελαιόλαδο εντάσσεται, σταδιακά, στις διατροφικές συνήθειες των Κυπρίων καταναλωτών, γεγονός στο οποίο έχει συμβάλει και η κατάργηση του σχετικού εισαγωγικού δασμού, το 2004, με την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έκτοτε, η κατανάλωση ελαιολάδου στην Κύπρο έχει ανοδική τάση (με εξαίρεση μια μεγάλη κάμψη το διάστημα 2007-2009), ενώ ειδικότερα οι εισαγωγές παρθένου ελαιολάδου από την Ελλάδα σημείωναν συνεχή άνοδο έως και το 2009 (με εξαίρεση το 2007). Το 2010 μειώθηκαν σημαντικά, για να διατηρηθούν σχεδόν στο ίδιο επίπεδο μέχρι και το 2012.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου