Εκ περιτροπής εργασία είναι η απασχόληση του εργαζόμενου με πλήρες μεν ωράριο, αλλά λιγότερες από τις ισχύουσες στην επιχείρηση ημέρες εργασίας για την εβδομάδα, το δεκαπενθήμερο ή τον μήνα. Η διαφορά αυτού του συστήματος εργασίας σε σχέση με τη μερική απασχόληση είναι ότι στην τελευταία περίπτωση ο μισθωτός απασχολείται μεν καθ' όλη τη διάρκεια της εβδομάδας, του μήνα ή του έτους αλλά με μειωμένο ωράριο (έναντι του νόμιμου ή του συμβατικού χρόνου). Η συμφωνία μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου για παροχή εκ περιτροπής εργασίας γίνεται εγγράφως και αναγγέλλεται στην Επιθεώρηση Εργασίας.
Επιβολή εκ περιτροπής εργασίας με απόφαση του εργοδότη προβλέπεται σε περίπτωση που περιοριστούν οι δραστηριότητες του εργοδότη, ο οποίος μπορεί, αντί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, να επιβάλλει σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης στην επιχείρησή του, η διάρκεια της οποίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος.
Επομένως, αν η επιβολή του μέτρου υπερβεί το ανωτέρω χρονικό διάστημα, ο εργαζόμενος δικαιούται να απαιτήσει την επαναφορά του σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Αν ο εργοδότης αρνηθεί, ο μισθωτός έχει το δικαίωμα να θεωρήσει τη συνέχιση της επιβολής του μέτρου ως βλαπτική μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας του ή ακόμα να θεωρήσει τη συμπεριφορά του εργοδότη ως καταγγελία της σύμβασής του.
Για την επιβολή του συστήματος εκ περιτροπής εργασίας, ο εργοδότης οφείλει προηγουμένως να προβεί σε ενημέρωση και διαβούλευση με τους νόμιμους εκπροσώπους των εργαζομένων σύμφωνα με τις διατάξεις του ΠΔ 260/2006 και του Ν. 1767/1988.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου