ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΤΡΙΦΥΛΙΑΣ ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ
ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΚΟΛΛΙΑ – ΕΡΑΝΙΩΤΗ
Θα ήθελα κατ’ αρχήν να κάνω τρείς εισαγωγικές παρατηρήσεις: Πρώτον, ότι αυτή καθ’ εαυτή η έκδοση ενός ταξιδιωτικού οδηγού για το Δήμο Τριφυλίας είναι ένα θετικό γεγονός. Δεύτερον, ότι εξ’ ορισμού σκοπός κάθε ταξιδιωτικού οδηγού είναι η προσέλκυση επισκεπτών και η ενημέρωσή τους. Και τρίτον, ότι ο σκοπός αυτός επιτυγχάνεται με την κατά το δυνατόν πληρέστερη προβολή του τόπου.
Με την ιστορία του, τη φυσική του ομορφιά, τον πολιτισμό του αλλά και το παρόν του, με αναφορές σε εκδηλώσεις και δράσεις ελκυστικές αλλά και πληροφορίες χρηστικές. Στόχος ο πολυτομεακός τουρισμός (αρχαιολογικός, φυσιολατρικός, πολιτισμικός, θρησκευτικός – προσκυνηματικός, αθλητικός, αγροτοτουρισμός) για την ανάπτυξη του οποίου, και μάλιστα ισόρροπα, η Τριφυλία διαθέτει πολλές δυνατότητες.
Μ’ αυτά τα κριτήρια και με αφορμή την επίσημη παρουσίαση του θα κάνω κάποιες επισημάνσεις, για το συγκεκριμένο οδηγό, ευελπιστώντας ότι τόσον αυτές, όπως και άλλες, που ενδεχομένως θα υπάρξουν, θα ληφθούν υπόψη σε μια αναθεωρημένη έκδοσή του.
Θ’ ακολουθήσω τα βήματα του συντάκτη, όπως ο ίδιος με γλαφυρό πράγματι λόγο τα έχει αποτυπώσει και με ωραίες φωτογραφίες τα έχει επενδύσει.
Ξεκινάμε από τα Πλατάνια (αφετηρία του ταξιδιού) για να επισημάνουμε ότι πουθενά δεν αναφέρεται ο «Πύργος του Μπάρμπα Αλέκου» ούτε το θέατρο «Νότας Αρνόκουρου» (δυο στολίδια της Τριφυλίας με μεγάλη επισκεψιμότητα). Ούτε γίνεται λόγος για τις θεατρικές παραστάσεις που πραγματοποιούνται εκεί (με τη χορηγία του Κώστα Αρνόκουρου) και προσελκύουν πολλούς επισκέπτες από ολόκληρη τη Μεσσηνία και τους γύρω Νομούς.
Ο συντάκτης του οδηγού αναφέρεται λεπτομερώς και με δικαιολογημένο θαυμασμό για το υπέροχο φαράγγι και τους καταρράκτες της Νέδας. Δεν αναφέρεται όμως στην ομαδική και ασφαλή διάβαση της Νέδας, που διοργανώνει κάθε καλοκαίρι ο Σύλλογος Αυλωνιτών, ώστε με τη γνωστοποίηση και την προβολή της να προσελκύει περισσότερους επισκέπτες.
Κατηφορίζοντας προς το Νότο ο συγγραφέας του οδηγού περνάει «βιαστικά» από το Κοπανάκι, στο οποίο αφιερώνει λίγα λόγια και δύο μη αντιπροσωπευτικές φωτογραφίες, μεγέθους γραμματόσημου.
Οι πληροφορίες για την ιστορική (από την εποχή του Ομήρου) Κυπαρισσία έτσι κι αλλιώς δεν μπορεί να εξαντληθούν σε λίγες γραμμές και μερικές φωτογραφίες. Αυτό όμως δε συγχωρεί την πολύ λιτή αναφορά στον αρχαιολογικό χαρακτήρα και την ιστορικότητα της πόλης. (Δε γίνεται λ.χ. καμιά αναφορά στη «Διονυσιάδα πηγή» ούτε στην αρχαιολογική περιοχή της Μούσγας με ίχνη ναού του Απόλλωνα). Δεν βρήκαμε καμιά αναφορά στην Αρχιεπισκοπή και τη συνεισφορά της στην διαμόρφωση του νεοελληνικού κράτους (κυρίως στο χώρο της εκπαίδευσης) κι ούτε έστω μια φωτογραφική αποτύπωση του περικαλλούς ναού του Αγίου Αθανασίου. Όπως δε βρήκαμε καμιά φωτογραφία από την παραλιακή ζώνη, που είναι πόλος έλξης παραθεριστών. Εκτός όμως από αυτά παραλείψεις διαπιστώνουμε και στο παρόν της πόλης για ζητήματα, που αυξάνουν την επισκεψιμότητά της. Έτσι δεν υπάρχει καμιά αναφορά (εκτός από τον τηλεφωνικό κατάλογο) στο Νοσοκομείο Κυπαρισσίας (και ιδιαίτερα στη διαρκώς εκσυγχρονιζόμενη Μονάδα τεχνητού νεφρού), μια δομή απολύτως αναγκαία για οποιαδήποτε τουριστική προοπτική της περιοχής. Δε γίνεται καμιά αναφορά στο ιστορικό πανηγύρι της Αρκαδιάς (το ιστορικότερο και μεγαλύτερο πανηγύρι της Μεσσηνίας) και τη γιορτή του Σταυρού που συγκεντρώνουν στην πόλη χιλιάδες επισκέπτες. Ούτε στο «παζάρι αντικών», που αναδεικνύει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα των πανωπολίτικων καλντεριμιών. Αλλά κι ούτε στην καθιερωμένη πια «Λευκή Νύχτα» που πλημμυρίζει την πόλη με φως και μουσικές και αναδεικνύει τον εμπορικό της χαρακτήρα.
Μύλοι, Βρύσες, Μουριατάδα ….. ούτε μια φωτογραφία για τα πανέμορφα χωριά, που έχουν χαρακτηρισθεί ως η «Εκάλη» της περιοχής Κυπαρισσίας.
Το ταξίδι προς νότο φαίνεται να γίνεται βιαστικά. Έτσι ο Ξηρόκαμπος (γραφικό χωριό και φυσικό μπαλκόνι προς το Ιόνιο) κι η Τερψιθέα (απ’ τις πιο παραγωγικές καρπουζομάνες περιοχές της Τριφυλίας) ούτε καν αναφέρονται στον οδηγό. Αλλά και τ΄ άλλα χωριά του νότιου άξονα μάλλον ως κουκίδες σε χάρτη εμφανίζονται. Φαίνεται πως το ενδιαφέρον του συντάκτη ή του φωτογραφικού του φακού δεν μπόρεσε να προσελκύσει ούτε ο ξενώνας των Αρμενιών, ούτε η πλατεία της Σπηλιάς (από τις ωραιότερες της Μεσσηνίας) ούτε οι πλακόστρωτες πλατείες με τα πλατάνια, του Χαλαζωνίου και του Εξοχικού ούτε το κεφαλάρι της Πλάτης (που χρόνια υδρεύει τη Δημοτική Ενότητα Φιλιατρών) ούτε η γραφικότητα του Περδικονερίου.
Κατηφορίζοντας προς το Ιόνιο ο συγγραφέας εγκωμιάζει μεν την παραλία του Στόμιου δεν αναφέρει όμως τίποτα για τα αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής (που ανάγονται στην Εποχή του χαλκού), δε δείχνει να τον εντυπωσιάζουν οι θαλασσοσπηλιές και δεν ανακαλύπτει το εκκλησάκι του Αγιο-Χριστόφορου, σκαλισμένο μέσα σε μια θαλασσοσπηλιά. Τελείως αποσπασματική και η αναφορά στον Αγρίλη. Καμιά αναφορά στο γραφικό λιμάνι, που είχε αποτελέσει εξαγωγικό κέντρο στην εποχή της ακμής της σταφίδας και σήμερα αποτελεί λιμενικό καταφύγιο για μικρά σκάφη, που εξυπηρετεί τους παραθεριστές και προσελκύει ξένους επισκέπτες. Καμιά αναφορά στις αθλητικές εγκαταστάσεις. Καμιά αναφορά στο «Κάστρο των Παραμυθιών». Και προπαντός καμιά αναφορά στο «σήμα κατατεθέν» του Αγρίλη αλλά κι της ευρύτερης περιοχής στην «Παναγιά την Αγριλλιώτισσα», την κατασκευή της οποίας η παράδοση ανάγει στην εποχή των παλαιολόγων και που κάθε Δεκαπενταύγουστο συγκεντρώνει πλήθος προσκυνητών.
Η είσοδος στα Φιλιατρά συνοδεύεται , θα έλεγε κανείς, από ένα μοιρολόγι «σαν αιώνια θλιβερός απόηχος του καταστροφικού σεισμού, του 1886 που ισοπέδωσε την πόλη»(!), που ευτυχώς όμως γρήγορα ανασκευάζεται καθώς στην συνέχεια γίνεται αναφορά στον «παλλόμενο κοινωνικό ιστό της πόλης». Δεν φαίνεται όμως να ανασκευάζονται τα περί ¨παρακμής¨ των Φιλιατρών (λόγω του μεγάλου σεισμού και της καταστροφής της σταφίδας), μολονότι τα Φιλιατρά γρήγορα επανήλθαν σε φάση ανάκαμψης και ανεδείχθησαν –και παραμένουν- πρώτη σε πληθυσμό πόλη της Τριφυλίας. Κατά τα λοιπά:
Αναφέρεται στο πάρκο της Βλαχέρνας και φωτογραφίζει το ιστορικό ομώνυμο εκκλησάκι αλλά «αδιαφορεί» για το διπλανό Βορρέειο Πνευματικό κέντρο του Συλλόγου Φιλοπρόοδων, όπως και για το παρακείμενο «Φουρναράκειο» Πνευματικό Κέντρο του «Πυρσού» αλλά και για το αντικρυνό μεγαλοπρεπές «Γυμνασιακό Συγκρότημα», που και τα τρία μαζί συνθέτουν ένα «πολιτιστικό τρίγωνο», μ’ ενδιαφέρον όχι μόνο για τα Φιλιατρά αλλά και για ολόκληρο το Δήμο. Η αναφορά στο παραδοσιακό επίνειο των Φιλιατρών το Λιμενάρι είναι τελείως αποσπασματική. Ούτε με το λόγο του αλλά ούτε και με το φακό του ο συντάκτης του οδηγού δίνει ερεθίσματα επισκεψιμότητας σε γραφικά σημεία της πόλης, όπως είναι η πλατεία τ’ Άγι-Αντρέα με το επίσης φλωρεντιανής προέλευσης συντριβάνι – κομψοτέχνημα, ο πεζόδρομος της Αγοράς, τα πλακοστρωμένα «καντούνια της πόλης» με τις ολάνθιστες αυλές. Μια ακόμη παρατήρηση αφορά στην ανυπαρξία έστω και μιας φωτογραφίας από το παραθεριστικό θέρετρο της Αγίας Κυριακής και στην απουσία αξιολόγησης του γραφικού λιμανιού για προσέλκυση ξένων ταξιδιωτών. Και η τελευταία παρατήρηση έχει να κάνει με την σχεδόν ανεπαίσθητη αναφορά (στη λεζάντα μιας φωτογραφίας) στην παντριφυλιακού χαρακτήρα γιορτή του πολιούχου των Φιλιατρών Αγίου Χαραλάμπους που αποτελεί ευκαιρία θρησκευτικού – προσκυνηματικού – τουρισμού.
Ο συντάκτης του οδηγού κατ’ εξακολούθηση την οροσειρά της Μάλης («όρη Κυπαρισσίας») την αποκαλεί «Αιγάλεω». Σε κάποιο σημείο μάλιστα, διατείνεται ότι η ονομασία σε κάποιους χάρτες ως «Αιγάλεον» πρόκειται περί τυπογραφικού λάθους (!). Εντύπωση πάντως προκαλεί το γεγονός ότι κι ο χάρτης που ο ίδιος επέλεξε να επισυνάψει στο τέλος του οδηγού έχει το ίδιο…. «τυπογραφικό λάθος». Αναφέρει τη συγκεκριμένη οροσειρά ως «Αιγάλεον». Ωστόσο αυτή είναι η σωστή ονομασία «Αιγάλεον» και όχι «Αιγάλεω». Η ονομασία αυτή έρχεται από την αρχαιότητα και σημαίνει «γιδότοπος» (σε μια πινακίδα μάλιστα με την γραμμική γραφή Β’ αναφέρεται ως «Αιγόλαον». Στην έγκυρη εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα» αναφέρεται ως «Αιγάλεον όρος». Ο Διονύσιος Πύρρος ο Θετταλός στο βιβλίο του «ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΕΙΣ» κάνει λόγο περί του «Αιγάλεου όρους». Ο αείμνηστος Θεόδ. Κανελλόπουλος με σημείωμά του στο περιοδικό «ΦΙΛΙΑΤΡΑ» έχει τεκμηριώσει ιστορικά και γλωσσολογικά την ονομασία «Αιγάλεον». Την ίδια ονομασία ακολουθούν και σύγχρονα κείμενα, όπως λ.χ. αυτά της Πηνελόπης Ματσούκα στον τόμο «ΜΕΣΣΗΝΙΑ, τόπος – χρόνος – άνθρωποι», ένα πολυτελές λεύκωμα, τουριστικό οδηγό της Μεσσηνίας, θα το λέγαμε, από τις εκδόσεις « Μίλητος» (2007).
Οι περιγραφές για τους Χριστιάνους είναι λεπτομερείς και με πολλά θαυμαστικά. Παρά ταύτα ουδεμία αναφορά γίνεται στην ιστορική μητρόπολη Χριστιανουπόλεως, στην αντίστασή της κατά του εκτουρκισμού και του καθολικισμού και τη συμβολή της στην προετοιμασία της επανάστασης του 1821 και ουδεμία μνεία γίνεται του Αγίου Αθανασίου και του πρωτομάρτυρα της επανάστασης του ’21 Μητροπολίτη Γερμανού.
Μετά τη Μάλη το ταξίδι διακόπτεται με την παρεμβολή πολιτιστικών δρώμενων και ιδιαίτερα του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού με βασικό και κύριο διοργανωτή τον ΜΕΣΚ. (Μορφωτικό Εκπολιτιστικό Σύλλογο Κυπαρισσίας). Μ’ αυτή την ευκαιρία γίνεται μια αποσπασματική αναφορά σε κάποιους πολιτιστικούς συλλόγους του Δήμου. Ένας μικρός κατάλογος με πολλές και ηχηρές απουσίες, όπως λ.χ του Τριφυλιακού ερασιτεχνικού Θεάτρου και πολλών άλλων.
Παίρνοντας αφορμή από το φωτογραφικό υλικό του ποδηλατικού πρωταθλήματος Ενόπλων Δυνάμεων 2015, που φιλοξενήθηκε στους Γαργαλιάνους, πρέπει να επισημανθεί το μεγάλο κενό που υπάρχει στον ταξιδιωτικό οδηγό και αφορά τον αθλητικό τομέα. Έναν τομέα που με τις δράσεις του αυξάνει τις προοπτικές επισκεψιμότητας στο Δήμο. Δεν αναφέρονται λ.χ. οι αγώνες beach – volley και ξυλορακέτας που γίνονται στην παραλία του «Άη – Λαγούδη», αλλά ούτε και οι σκοπευτικοί αγώνες στους Γαργαλιάνους. Εκδηλώσεις που η σημασία τους (και η συμμετοχή σ’ αυτές) ξεπερνούν τα όρια της Τριφυλίας. Και με την ευκαιρία αυτή να σημειώσουμε ότι ουδεμία αναφορά γίνεται στις αθλητικές δομές του Δήμου. Το κολυμβητήριο Κυπαρισσίας, το Σκοπευτήριο Γαργαλιάνων, τα δύο κλειστά γήπεδα σε Κυπαρισσία και Γαργαλιάνους, τα πέντε ανοιχτά γήπεδα είναι σαν να μην υπάρχουν.
Μετά τη στάση στους Γαργαλιάνους βγαίνουμε στα «πέριξ» με πρώτο σταθμό τη Βάλτα, όπου όμως δεν γίνεται καμιά αναφορά στην πολύ εντυπωσιακή συλλογή πολύτιμων πετρωμάτων. Κατά τα λοιπά σ’ αυτό το οδοιπορικό του στα «πέριξ» των Γαργαλιάνων ο συντάκτης εκτός από τη Φλόκα δεν αναφέρει τα δύο ζωντανά και μ’ έντονη πολιτιστική δραστηριότητα χωριά Μουζάκι και Λεύκη.
Και δύο ακόμη γενικές επισημάνσεις: η πρώτη αφορά την αγροτική παραγωγή και τις συνθήκες αγροτουρισμού. Μερικά στατιστικά στοιχεία και μια – δυο φωτογραφίες γραμματόσημο (εκτός από μια του ράβδου κι άλλη μια μη αντιπροσωπευτικής καλλιέργειας) δεν καλύπτουν το ζήτημα. Πού είναι τα θερμοκήπια, πού είναι τα οινοποιεία, πού είναι τα ελαιοτριβεία… Η δεύτερη αφορά την άκρα σιωπή για τις θρησκευτικές γιορτές και τα λαϊκά πανηγύρια των χωριών μας, που έχουν στοιχεία λαϊκού πολιτισμού.
Και μια διόρθωση ενός διπλού, τυπογραφικού αυτού, λάθους: Η απόσταση μεταξύ Κυπαρισσίας – Γαργαλιάνων δεν είναι 18 αλλά 28 χιλιόμετρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου