Pages

Παρασκευή 13 Οκτωβρίου 2017

ΤΟ DNA ΤΗΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΚΗΣ ΕΛΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ

H αναδρομή στον χρόνο, στην ιστορία και στο DNA αρχαίων ελαιοδέντρων για την αναβίωση ποικιλιών ελιάς, που θα συμβάλουν στην παραγωγή νέων προϊόντων με προστιθέμενη αξία, πραγματοποιεί το πρόγραμμα BeFOre, με ελληνική συμμετοχή. Βασικοί στόχοι του προγράμματος είναι η δημιουργία μιας μεγάλης βάσης δεδομένων, μέσω της οποίας θα αναγνωρίζεται οποιαδήποτε άγνωστη ποικιλία ελιάς στις μεσογειακές χώρες, η αξιοποίηση γενετικού υλικού αρχαίων ελαιοδέντρων για την παραγωγή ελαιολάδου από αρχαίες ποικιλίες ελιάς, η εύρεση των ελληνικών ποικιλιών που είναι πιο ανθεκτικές στην κλιματική αλλαγή, αλλά και η διασταύρωση ποικιλιών για την εύρεση νέων.
Στο ευρωπαϊκά χρηματοδοτούμενο πρόγραμμα, στο πλαίσιο του Ορίζοντας 2020, συμμετέχουν τέσσερις ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία. Ο καθηγητής Παναγιώτης Καλαϊτζής από το Μεσογειακό Αγρονομικό Ινστιτούτο Χανίων, ο οποίος συμμετέχει στο πρόγραμμα μαζί με την ομάδα του, αναφέρει στην «ΥΧ» πως «στόχος ήταν να μπορέσουμε να ταξινομήσουμε το τεράστιο γενετικό υλικό ελιάς που υπάρχει στον μεσογειακό χώρο. Αυτήν τη στιγμή, υπάρχουν πάνω από 1.500 καταγεγραμμένες ποικιλίες, οι οποίες πρέπει με κάποιον τρόπο να χαρακτηριστούν, ώστε να υπάρξει μια ομοιογένεια, όσον αφορά τον γενετικό και τον μορφολογικό χαρακτηρισμό. Με αυτόν τον τρόπο, θα δημιουργηθεί ένα κοινό πρωτόκολλο αναγνώρισης των ποικιλιών. Όταν, λοιπόν, αναλύουμε ένα φυτό του οποίου δεν ξέρουμε την ποικιλία, θα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την κοινή μεθοδολογία για την αναγνώριση αυτής».
Αναβίωση αρχαίου ελαιολάδου
Ως μέρος του προγράμματος, οι Έλληνες ερευνητές στην Κρήτη προσπαθούν να αναβιώσουν ελαιόλαδο που παραγόταν χιλιάδες χρόνια πριν. Η διαδικασία αυτή θα επαναφέρει αρχαίες ποικιλίες ελιών, που θα μπορούν έπειτα να πουληθούν ως τοπικό προϊόν στην εγχώρια, αλλά και σε άλλες αγορές, με τα μορφολογικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά της Κρήτης. «Υπάρχουν κάποια αρχαία δέντρα που είναι χιλιάδων ετών στην Κρήτη, με τον αριθμό αυτών να ξεπερνά τα 100. Η μελέτη του γενετικού υλικού των συγκεκριμένων δέντρων μπορεί να φανερώσει αν έχουν συγγένεια με κάποια από τις γνωστές ποικιλίες ή αν δεν έχουν καμία σχέση με τις υπάρχουσες γνωστές εμπορικές ποικιλίες. Με βάση, λοιπόν, τα μέχρι τώρα αποτελέσματα, υπάρχουν ελαιόδεντρα που δεν έχουν καμία σχέση με τις διαθέσιμες εμπορικές ποικιλίες.
Επομένως, αυτό που προτείνουμε εμείς είναι να αξιοποιήσουμε αυτό το σημαντικό γενετικό υλικό που υπάρχει στην Κρήτη για χιλιάδες χρόνια και να παραχθούν νέες ποικιλίες ελιάς, οι οποίες θα παράγουν το αρχαίο ελαιόλαδο και οι οποίες θα καταγραφούν στους καταλόγους ποικιλιών της χώρας και θα μπορούν να καλλιεργηθούν από οποιοδήποτε στον τόπο καταγωγής». Σύμφωνα με τον Π. Καλαϊτζή, τα ελαιόδεντρα αυτά εντοπίζονται μέσω μηχανημάτων εντοπισμού GPS, τα οποία δείχνουν ακριβώς την τοποθεσία του κάθε δέντρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου