Ο Αλέξης Χαρίτσης μιλάει στη «ΦΩΝΗ» για όλους και για όλα, εκτός από τον εαυτό του, παρά
την προσπάθεια να εκμαιεύσουμε μια απάντηση για το πολιτικό του μέλλον! Ο Μεσσήνιος
αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης μας μιλάει, λοιπόν, για την αύξηση του
κατώτατου μισθού μετά τον Αύγουστο, για το τί είδους επενδύσεις θέλει η κυβέρνηση να
προσελκύσει, για την κρίση ενός οικονομικού μοντέλου που έφτασε στα όριά του, για την
προσπάθεια αλλαγής του παραγωγικού συστήματος, τους στόχους για επαναβιομηχάνιση
της ελληνικής οικονομίας, το νομοσχέδιο «Κλεισθένης» αλλά και για το σενάριο των
πρόωρων εκλογών.
Με την ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
Αν μπορούσαμε να συμπυκνώσουμε σε τίτλους τις απαντήσεις του
υπουργού θα λέγαμε ότι στη συνέντευξή του ο Αλέξης Χαρίτσης
πιστεύει ότι:
«Πέρασαν οι εποχές που έταζες στους πάντες τα πάντα»
«Με βιομηχανία στο 8% του ΑΕΠ δεν πάμε πουθενά»!
«Οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της θητείας της σημερινής κυβέρνησης»
«Το αεροδρόμιο της Καλαμάτας σε φάση απογείωσης για ιδιωτικοποίηση. Να μη
χάσουμε την ευκαιρία»
«Τώρα που σιγά- σιγά η οικονομία ανακάμπτει είναι και δικό μας στοίχημα να στηρίξουμε
αυτή την πολύ σημαντική προσπάθεια για την πόλη της Καλαμάτας, για τη Μεσσηνία αλλά
και για το σύνολο της χώρας», είχε πει στη φετινή συνέντευξη Τύπου για το Φεστιβάλ τον
περασμένο Μάρτιο.
Ομολογώ επίσης ότι η πολιτική δεν είναι ακριβώς τα «χωράφια» μου, ο πολιτισμός όμως
κατά κάποιον τρόπο ας πούμε ότι είναι, και κάπως έτσι διασταυρώθηκαν οι δρόμοι μας με
τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης, Αλέξη Χαρίτση.
Τον έχω συναντήσει αρκετές φορές -εν αγνοία του φυσικά- στα… «χωράφια» μου, σε θέατρα
και συναυλίες κλασικής μουσικής. Κάθεται συνήθως μακριά από τις πρώτες θέσεις των
επισήμων και τις κρατημένες θέσεις για τις προσκλήσεις. Ε, μία από εκείνες τις φορές δεν
κρατήθηκα και τον πλησίασα.
Χωρίς να το καλοσκεφτώ, του ζήτησα να μου δώσει μία συνέντευξη, χωρίς καλά καλά να έχω
αποφασίσει τί ακριβώς θέλω να μάθω από εκείνον. Είχα όμως εδώ και καιρό μία εξαιρετική
περιέργεια να συζητήσω μαζί του καθώς μου φαινόταν πάντα πολύ διαφορετικός από τους
συνήθεις εκπροσώπους του πολιτικού κόσμου.
Χαμογελαστός, προσιτός και ταυτόχρονα σοβαρός πάντα και με ένα στυλ εντελώς «κουλ»,
όπως κάθε φορά που τον έχω δει κάπου δημόσια, δέχτηκε να μου μιλήσει και ακριβώς έτσι
με υποδέχτηκε και στο γραφείο του στο Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Παρόλο το ιδιαίτερα πιεσμένο πρόγραμμά του και λίγες ώρες πριν την απόδρασή του στην
Καλαμάτα για την έναρξη του 24ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού, απάντησε πρόθυμα σε όλες τις
ερωτήσεις μου, εκτός από εκείνες στις οποίες θα αναγκαζόταν να περιαυτολογήσει…
Σπάνια μιλάει σε πρώτο πρόσωπο και δίνει περισσότερο την εντύπωση ότι είναι ενεργό
μέλος μιας ομάδας με την οποία δουλεύουν όλοι μαζί για να πετύχουν τα επιθυμητά
αποτελέσματα και μοιράζονται τη νίκη και τις επιτυχίες. Ξεκινά τις φράσεις του σχεδόν
πάντα λέγοντας «νομίζω ότι» και έχει μια έμφυτη ευγένεια και σεμνότητα.
Αποφεύγει επίσης με διπλωματία και μαεστρία να απαντήσει σε ερωτήσεις οι απαντήσεις
των οποίων θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εναντίον του από κακεντρεχείς…
Απέναντί μου δεν βλέπω έναν πολιτικό με καλοστημένη επικοινωνιακά γλώσσα του σώματος,
αλλά έναν αληθινό εργαζόμενο που τυχαίνει να βρίσκεται τυχαίνει να βρίσκεται στην πηγή
της λήψης των αποφάσεων στην Ευρώπη αποκομίζοντας συχνά το καλύτερο γενικά για τη
χώρα του και ειδικότερα για το χωριό του… τη Μεσσηνία!
Και, τέλος, είχα τεράστια περιέργεια να δω τί άνθρωπος είναι αυτός τέλος πάντων που μετά
από σπουδές στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, μεταπτυχιακό στο Μάντσεστερ και τρία
χρόνια δουλειάς στο εξωτερικό, έχει το κουράγιο να γραφτεί στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης
και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και μάλιστα για τη δική του, προσωπική
καλλιέργεια…
Κάπως έτσι, θέλοντας να μιλήσουμε πριν μας πιάσει όλους η προεκλογική φρενίτιδα, άδραξα
την ευκαιρία να τον πλησιάσω εκεί που διάβαζε αμέριμνος το πρόγραμμα της παράστασης
στο θέατρο!
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Ο Αλέξης Χαρίτσης με υποδέχτηκε χαμογελαστός στο φωτεινό και ευρύχωρο γραφείο του,
μία ανάσα μακριά από τη Βουλή, που βρίσκεται στα δύο βήματα έξω από το παράθυρό του.
Επιχείρησα να σπάσω τον πάγο -που μάλλον δεν υπήρξε ποτέ- λέγοντάς του ότι οι ερωτήσεις
μου είναι 53+ και ότι θα ήθελα να απαντηθούν όλες πριν τελειώσει ο χρόνος που θα μου
διαθέσει για να πάρω την απάντηση «Αρχίσαμε…», με παρατεταμένο το έψιλον στο τέλος και
ένα χαμόγελο κάπως κολακευμένο από τη μία και ανακατεμένο από την άλλη ενδεχομένως με
μια δόση ευγενούς καχυποψίας για το τί θα είχε ν’ αντιμετωπίσει.
Το ματς ωστόσο ήταν προαποφασισμένο από την πλευρά μου ότι θα ήταν φιλικό. Αν μη τί
άλλο, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης είναι εκείνος που φέρνει τα ΕΣΠΑ
«κάτω». (Και «κάτω» στην Ελλάδα και «κάτω» στη Μεσσηνία!)
Τον ρωτάω αν έχει κάτι ευχάριστο να μας πει μετά την πρόσφατη επίσκεψή του
στις Βρυξέλλες για το συνέδριο της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης του
Ευρωκοινοβουλίου…
«Νομίζω» (Σ.σ. τί σας έλεγα πιο πάνω;), μου απαντά, «ότι είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον γιατί
ήταν η πρώτη φορά που το Ευρωκοινοβούλιο ζήτησε από υπουργό κράτους – μέλους να
παρουσιάσει τα αποτελέσματα της δουλειάς που γίνονται σ’ ένα συγκεκριμένο κράτος. Το
ευρωκοινοβούλιο εξετάζει συνολικά τί γίνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ήταν η πρώτη φορά
λοιπόν που έγινε αυτή η διαδικασία μ’ έναν συγκεκριμένο υπουργό κράτους – μέλους κι αυτό
έχει για την Ελλάδα πολύ μεγάλη σημασία.
Έχει να κάνει βεβαίως με το γεγονός ότι τον Οκτώβριο του 2015 μετά την διαπραγμάτευση
πέρασαν κάποιες ειδικές ρυθμίσεις για την Ελλάδα απ’ το Ευρωκοινοβούλιο ως προς την
αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων οι οποίες μας διευκόλυναν στο να απορροφήσουμε
πλήρως τους πόρους που είχαμε στη διάθεσή μας κάτι το οποίο ήταν πάρα πολύ σημαντικό
για την ελληνική οικονομία σε μία πολύ δύσκολη συγκυρία.
Παρουσιάσαμε λοιπόν όλη αυτή τη δουλειά, τα πολύ θετικά αποτελέσματα αυτής της
προσπάθειας και νομίζω και ότι το πολιτικό μήνυμα που ήταν πάρα πολύ σαφές από τη
μεριά μας, και έγινε δεκτό και από τους ευρωβουλευτές των περισσότερων κομμάτων με
πολύ θετικό τρόπο, ήταν ότι αυτές είναι πολιτικές της Πολιτικής Συνοχής, όπως λέγεται
«cohesionpolicy», είναι πολιτική πάρα πολύ κρίσιμη για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η
οποία αμβλύνει ανισότητες εθνικές, περιφερειακές και ενδοπεριφερειακές και άρα επειδή
τώρα έχει ξεκινήσει η συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για το τί θα γίνει με τον
προϋπολογισμό της ευρωπαϊκής ένωσης μετά το 2020 είναι πολύ σημαντικό να ενισχυθούν
τέτοιου είδους πολιτικές.
Οι επιτυχίες της Ελλάδας, μιας χώρας σε κρίση που αξιοποίησε αυτά τα κονδύλια για να
μπορέσει η οικονομία της να σταθεί στα πόδια της σε μια τόσο δύσκολη περίοδο είναι και η
καλύτερη απόδειξη του πόσο σημαντικές είναι τέτοιου τύπου πολιτικές και τέτοιου τύπου
προγράμματα συνολικά για την Ευρώπη, όχι μόνο για την Ελλάδα. Άρα πρέπει να ενισχυθούν
τα επόμενα χρόνια. Υπενθυμίζω, τέλος, ότι είμαστε στην κορυφή της αξιοποίησης των
κονδυλίων για 3 συναπτά έτη».
ΤΑ ΕΥΣΗΜΑ ΓΙΑ ΤΑ ΡΕΚΟΡ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΚΟΝΔΥΛΙΩΝ
Αξίζει να αναφερθεί στο σημείο αυτό ότι ο Μεσσήνιος αναπληρωτής υπουργός
Οικονομίας και Ανάπτυξης έχει πάρει τα εύσημα για το ρεκόρ απορρόφησης των
κοινοτικών κονδυλίων και εντός της χώρας από τον πρωθυπουργό και εκτός
από την αρμόδια επίτροπο, ενώ ταυτόχρονα αυτό έχει αμφισβητηθεί από την
αξιωματική αντιπολίτευση. Του ζητάω να κάνει κάποιο σχόλιο για το γεγονός
αυτό…
«Τόσο ο πρόεδρος Γιούνκερ όταν είχε έρθει τον Απρίλιο στην Αθήνα, ο οποίος έδωσε
συγχαρητήρια στον πρωθυπουργό για το γεγονός ότι η Ελλάδα ήταν και είναι πρώτη στην
αξιοποίηση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων αυτά τα τελευταία χρόνια, τόσο και η αρμόδια
επίτροπος η κυρία Κρέτσου (Σ.σ. Κορίνα Κρέτσου, επίτροπος Περιφερειακής Πολιτικής),
πρόσφατα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αλλά και προχθές στην κατ’ ιδίαν συνάντηση που
είχαμε μετά τη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δίνουν συγχαρητήρια στην
Ελλάδα γι’ αυτές τις επιτυχίες και για την πρωτιά για την οποία πετύχαμε.
Η μόνη παραφωνία σε όλη την Ευρώπη, η οποία αναγνωρίζει αυτές τις προσπάθειες, είναι η
εγχώρια αξιωματική αντιπολίτευση. Δυστυχώς, η αντιπολίτευση δεν κάνει προτάσεις για το
πώς μπορούμε να τα πάμε ακόμα καλύτερα, γιατί πράγματι πάντα υπάρχει περιθώριο να
αξιοποιηθούν αυτά τα κονδύλια με ακόμα καλύτερο τρόπο και αυτό που προσπαθούμε να
κάνουμε δεν είναι απλώς απορρόφηση για την απορρόφηση, για να πούμε ότι φάγαμε τα
χρήματα, αλλά αυτά να πιάσουν τόπο στην ελληνική οικονομία.
Αυτό είναι το ζητούμενο και θα περίμενα και από την αξιωματική αντιπολίτευση προτάσεις
για το πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε καλύτερα αυτά τα κονδύλια. Δυστυχώς, το μόνο που
βλέπουμε είναι μια συνεχής καταστροφολογία η οποία τελικά δε μας δημιουργεί εμάς
πρόβλημα, αλλά εκθέτει την ίδια την αντιπολίτευση στα μάτια όλης της Ευρώπης».
Τον ρωτάω αν θεωρεί ότι φθάνουν τελικά οι πόροι στην πραγματική οικονομία,
εάν τελικά συμβάλλουν στην ανάπτυξή της και τη μείωση της ανεργίας.
«Το ζητούμενο είναι ακριβώς αυτό, να φτάσουν αυτοί οι πόροι στην πραγματική οικονομία.
Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παρουσιάσαμε αναλυτικά στοιχεία για τις θέσεις εργασίας οι
οποίες δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια μέσα από τη διαχείριση αυτών των
προγραμμάτων.
Μιλάμε για δεκάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Αυτό βεβαίως, για να είμαστε ειλικρινείς,
δεν είναι αρκετό. Η ανεργία έφτασε στην Ελλάδα το 2013 στο 27%, ενώ σήμερα βρίσκεται στο
20,1%. Έχει μειωθεί λοιπόν 7 μονάδες σε μία τριετία και χάρη στην αξιοποίηση αυτών των
κονδυλίων, αλλά βεβαίως παραμένει σε πάρα πολύ υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον
ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Άρα ο στόχος μας είναι η ακόμα καλύτερη αξιοποίηση αυτών των πόρων αλλά και η
δημιουργία προγραμμάτων για νέες θέσεις εργασίας ακριβώς για την αντιμετώπιση αυτού
του πρώτου και βασικού εθνικού στόχου που έχουμε μπροστά μας για τα επόμενα χρόνια, τη
μείωση δηλαδή της ανεργίας σε ευρωπαϊκά επίπεδα».
Το θέμα βέβαια είναι και τί μισθούς παίρνουν αυτοί που εργάζονται, προσθέτω
ως (χαροκαμένη) εκπρόσωπος της (χαροκαμένης) γενιάς των 30άρηδων…
«Άρα λοιπόν», συνεχίζει ο υπουργός, «η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας είναι το ένα
σκέλος της δουλειάς, το δεύτερο όμως σκέλος της δουλειάς είναι ότι δε θέλουμε θέσεις
εργασίας γενικώς και αορίστως, θέλουμε θέσεις εργασίας πλήρους και αποκλειστικής
απασχόλησης. Θέλουμε θέσεις εργασίας οι οποίες θα αμείβουν τους εργαζόμενους βάσει
των προσόντων και των δυνατοτήτων τους.
Υπό αυτή την έννοια γίνεται προσπάθεια τόσο από εμάς όσο και από το Υπουργείο Εργασίας.
Πρόσφατα μάλιστα, ψηφίστηκε το νομοσχέδιο για την καταπολέμηση της αδήλωτης
εργασίας, ρυθμίσεις δηλαδή οι οποίες έχουν να κάνουν με τη δημιουργία ενός πλαισίου
προστασίας των εργαζομένων απέναντι σε φαινόμενα αδήλωτης ή υποδηλωμένης
εργασίας»…
Ή δωρεάν εργασίας… πετάγομαι πάλι ως πολλαπλώς παθούσα στον
καλλιτεχνικό κλάδο…
«Ή δωρεάν εργασίας», επαναλαμβάνει με πικρό μειδίαμα καθώς κάτι έχει πάρει τ’ αυτί του
και επ’ αυτού, «φαινόμενα τα οποία», συνεχίζει, «όπως γνωρίζουμε ειδικά μέσα στην κρίση
οξύνθηκαν. Το δεύτερο, επειδή μιλήσατε και πολύ σωστά και για το ύψος των μισθών, όλοι οι
μισθοί όπως γνωρίζετε συνδέονται με τον κατώτατο μισθό.
Άρα η συζήτηση την οποία κάνουμε τώρα και η πρόβλεψη η οποία υπάρχει μετά τον
Αύγουστο να υπάρξει αύξηση του κατώτατου μισθού συνδέεται ευθέως και με τη δυνατότητα
που αυτή θα δώσει σε όλους τους μισθούς από εκεί και πάνω να αυξηθούν αναλογικά.
Δεν αφορά μόνο τον κατώτατο μισθό αυτή η συζήτηση, αφορά το σύνολο της μισθολογικής
αμοιβής των εργαζομένων. Είναι, λοιπόν, ένα ζήτημα πάρα πολύ κρίσιμο για πάρα πολλές
χιλιάδες κόσμου και αυτή η προσπάθεια η οποία γίνεται θα ολοκληρωθεί το επόμενο
διάστημα, όπως βεβαίως συμβαίνει και με το ζήτημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Είναι ζητήματα, λοιπόν, τα οποία είναι κεντρικά στην πολιτική μας. Εμείς όταν μιλάμε για
ανάπτυξη δε μιλάμε για ανάπτυξη γενικώς και αορίστως. Η ανάπτυξη πρέπει να έχει
συγκεκριμένο πρόσημο και συγκεκριμένες στοχεύσεις. Τέτοιου τύπου ζητήματα, δηλαδή
ζητήματα της προστασίας της εργασίας, η οποία απορρυθμίστηκε πλήρως στα χρόνια της
κρίσης, είναι για εμάς πολύ σημαντικά».
Η συζήτηση περιστρέφεται μοιραία γύρω από την εργασία, αφού αυτό είναι ένα
από τα θέματα που «καίνε» περισσότερο τη νέα γενιά και όχι μόνο. Αναφέρω το
φαινόμενο των ξένων εταιρειών που ξεμυτίζουν σιγά- σιγά στην Ελλάδα (ένα
είδος nearshoring), που προσφέρει φθηνό εργατικό δυναμικό (όπως κάνουν
εταιρείες πληροφορικής στην Ινδία για παράδειγμα για τον ίδιο λόγο).
Συνδέω την ερώτηση αυτή και με το πρόσφατο ταξίδι του στις ΗΠΑ, όπου έκανε ο ίδιος
επαφές για την προσέλκυση επενδύσεων στην Ελλάδα…
«Ναι. Υπάρχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον από επιχειρήσεις και στην Ευρώπη και κυρίως στην
Αμερική οι οποίες θα ήθελαν να μεταφέρουν στην Ελλάδα τα διοικητικά, λογιστικά και
επιχειρηματικά τους κέντρα για όλη την Ευρώπη.
Όπως τα τελευταία χρόνια, αντίστοιχο φαινόμενο παρατηρήθηκε στην Πορτογαλία, που μετά
την έξοδό τους από τα μνημόνια υπήρξαν επιχειρήσεις οι οποίες με τη σταθεροποίηση της
οικονομίας εκεί μετέφεραν βασικές, κεντρικές λειτουργίες τους σ’ αυτή τη χώρα.
Η Ελλάδα συγκεντρώνει πολλά πλεονεκτήματα, όπως σταθερότητα για παράδειγμα και πλέον
ένα πιο ευνοϊκό οικονομικό περιβάλλον μετά την έξοδο από το μνημόνιο. Είναι μια χώρα η
οποία ακόμα και σε πολύ μεγάλη αναταραχή καταφέρνει, όντας και μέλος όλων των διεθνών
οργανισμών, να είναι μία νησίδα σταθερότητας σε όλο αυτό το πολύ ταραγμένο πεδίο.
Υπάρχει λοιπόν αυτό το ενδιαφέρον.
Από τη μεριά μας το καταγράψαμε και γι’ αυτό το επόμενο διάστημα, ήδη δουλεύει η νομική
υπηρεσία πάνω σε αυτό, θα φέρουμε νομοσχέδιο το οποίο θα διευκολύνει ακριβώς την
προσέλκυση τέτοιου τύπου επενδύσεων.
Είναι επενδύσεις οι οποίες είναι σημαντικές γιατί πέραν όλων των άλλων, πέραν των θέσεων
εργασίας που είναι πολύ σημαντικό να δημιουργηθούν, δημιουργούν και πολύ μεγαλύτερη
ορατότητα – θέαση (Σ.σ. αυτό που λέμε visibility) αν θέλετε της ελληνικής οικονομίας στο εξωτερικό γιατί μιλάμε για πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι οποίες
θέλουν ν’ αποκτήσουν δραστηριότητα στην Ευρώπη μέσω της λειτουργίας τους στην
Ελλάδα».
ΘΕΛΟΥΜΕ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΠΟΥ ΘΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗ ΑΞΙΑ ΣΤΗΝ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ – ΛΕΜΕ ΟΧΙ ΣΤΙΣ ΑΡΠΑΧΤΕΣ!
Οι εργαζόμενοι όμως θα προστατεύονται από το κράτος για να μη δίνουν αυτές
οι επιχειρήσεις τον κατώτερο μισθό που θα μπορούσαν να δώσουν; (εκεί εγώ
επιμένω, χαροκαμένη και ανεπίδεκτη!)
«Αυτό έχει να κάνει με τη συνολική συζήτηση που κάνουμε περί επενδύσεων», είπε
ιδρώνοντας ο δύστυχος υπουργός για να εξηγήσει τα αυτονόητα στην ανεπίδεκτη, «επειδή
ειδικά μέσα στην κρίση όλοι μιλάνε για επενδύσεις αλλά λίγοι κατανοούν τί σημαίνει
προσέλκυση επενδύσεων, πρέπει να βάλουμε λίγο τα πράγματα στη θέση τους.
Προφανώς, η ελληνική οικονομία χρειάζεται επενδύσεις γιατί μία από τις βασικές συνέπειες
της κρίσης είναι ότι υπήρξε μια πάρα πολύ μεγάλη από-επένδυση στη χώρα την περίοδο της
κρίσης, καταστροφή δηλαδή κεφαλαίου. Καταστροφή πλούτου. Άρα χρειαζόμαστε
επενδύσεις. Αυτό είναι το ένα δεδομένο.
Από εκεί και πέρα όμως πρέπει να είναι απολύτως σαφές ποιες επενδύσεις χρειαζόμαστε και
ποιες επενδύσεις θέλουμε. Δεν μπορούμε να μιλάμε για επενδύσεις οι οποίες δε σέβονται την
εργατική νομοθεσία, την περιβαλλοντική νομοθεσία, επενδύσεις οι οποίες έρχονται σε
ανταγωνισμό, αν θέλετε, με άλλες εγχώριες παραγωγικές δραστηριότητες.
Θέλουμε επενδύσεις οι οποίες, αντιθέτως, θα δημιουργούν προστιθέμενη αξία στην ελληνική
οικονομία. Και αυτό σημαίνει ότι θα δίνουν καλούς μισθούς, ότι δεν θα βρίσκονται σε
σύγκρουση με το περιβάλλον και σημαίνει επίσης ότι θα εντάσσουν και τις ελληνικές
επιχειρήσεις σ’ ένα ολοκληρωμένο παραγωγικό σύστημα.
Δε θέλουμε δηλαδή επενδύσεις οι οποίες θα έρθουν εδώ για να οδηγήσουν σε καταστροφή
ελληνικές επιχειρήσεις οι οποίες θα λειτουργούσαν ανταγωνιστικά απέναντί της. Εμείς
θέλουμε αντιθέτως μεγάλες επενδύσεις οι οποίες όμως θα δίνουν την ευκαιρία και στις
ελληνικές μικρομεσαίες κυρίως επιχειρήσεις ν’ αποκτήσουν επιπλέον τεχνογνωσία και να
συνεργαστούν μ’ αυτούς τους μεγάλους ομίλους.
Αυτό είναι το ζητούμενο και το παράδειγμα το οποίο συζητήσαμε νωρίτερα σε σχέση με την
ίδρυση στην Ελλάδα κέντρων λογιστικών, διοικητικών ή ερευνητικών υπηρεσιών μεγάλων
και διεθνών ομίλων έχει ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά που θέλουμε. Επενδύσεις που
έρχονται για να μείνουν στη χώρα και όχι επενδύσεις που θα κάνουν αρπαχτή. Αυτό είναι για
εμάς πάρα πολύ σημαντικό».
ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΑ ΜΝΗΜΟΝΙΑ, ΤΙ;
Αύριο τελειώνουν τα μνημόνια, λέω και δεν προλαβαίνω να ολοκληρώσω τη φράση μου γιατί
πετάγεται ο Αλέξης Χαρίτσης και με διακόπτει λέγοντας με πλατύ χαμόγελο ικανοποίησης και
συνάμα με νόημα: «στις 20 Αυγούστου για να είμαστε συγκεκριμένοι…» και η χαρά του δεν
κρύβεται.
Τί θα κάνετε κύριε υπουργέ, συνεχίζω ακάθεκτη, πώς θα ανοικοδομήσετε την
ελληνική οικονομία; Μπορούμε να μιλάμε για ανοικοδόμηση κατ’ αρχάς ή εδώ
πρέπει να ρίξουμε θεμέλια, ρωτάω με ελαφρώς μελοδραματικό τόνο, κι ενώ
είμαι έτοιμη να δω τη Μαρινέλλα να ξεπετάγεται ντυμένη στα μαύρα από μια γωνία και να λέει το «Άνοιξε πέτρα» ο υπουργός, ευτυχώς, με επαναφέρει στην
τάξη…
«Κοιτάξτε, δεν πρέπει να είμαστε ούτε ισοπεδωτικοί και μηδενιστές, αλλά ούτε και
αιθεροβάμονες. Η ελληνική κοινωνία βίωσε μια κρίση πρωτόγνωρη. Μία κρίση η οποία είχε
πάρα πολλά επίπεδα. Ήταν και κρίση δημοσιονομική.
Ο εκτροχιασμός που παρατηρήθηκε
στα δημόσια οικονομικά ειδικά τα πρώτα χρόνια της κρίσης με τα τεράστια ελλείμματα ήταν
πρωτόγνωρος όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για οποιαδήποτε δυτική οικονομία σε καιρό
ειρήνης, ήταν όμως και μια κρίση και παραμένει μια κρίση παραγωγική. Κρίση ενός
οικονομικού μοντέλου το οποίο έφτασε στα όριά του.
Αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι για πάρα πολλά χρόνια και πριν ακόμα από την κρίση,
όχι μόνο από το 2010 και μετά, αυτό το οικονομικό μοντέλο βασίστηκε στον υπερδανεισμό.
Βασίστηκε σε πολύ συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας όπως είναι η ναυτιλία και ο
κατασκευαστικός κλάδος, η οικοδομή, δεν επέτρεψε τη δημιουργία επενδύσεων υψηλής
τεχνολογίας οι οποίες θα παρακολουθούν τις διεθνείς εξελίξεις και άρα θα κάνουν την
ελληνική οικονομία πιο παραγωγική και πιο ανταγωνιστική σε διεθνές επίπεδο, δεν
επικοινωνούσε με το διεθνές γίγνεσθαι και με τις εξελίξεις εκεί για να μπορέσουν και οι
ελληνικές επιχειρήσεις να επωφεληθούν από τις τεχνολογικές εξελίξεις, από τη συζήτηση η
οποία γίνεται διεθνώς για την κλιματική αλλαγή, όλα αυτά έμειναν εκτός του ελληνικού
παραγωγικού συστήματος και δυστυχώς την περίοδο των «παχέων αγελάδων» όπως
συνηθίζουμε να την ονομάζουμε δεν υπήρξε πρόβλεψη για να μπορέσει το ελληνικό
παραγωγικό σύστημα να ανταποκριθεί σ’ αυτές τις διεθνείς προκλήσεις.
Άρα βασικό ζητούμενο το επόμενο διάστημα και με την έξοδο όπως είπατε από το μνημόνιο
είναι η αλλαγή αυτού του παραγωγικού συστήματος.
Εμείς ούτε μπορούμε, αλλά ούτε και
θέλουμε να επιστρέψουμε στα παλιά. Καταγράφουμε προτεραιότητες αυτό το διάστημα -και
αυτό για την αλλαγή του παραγωγικού συστήματος το καταγράψαμε τους τελευταίους μήνες
με την εθνική αναπτυξιακή στρατηγική την οποία δημοσιοποιήσαμε το τελευταίο διάστημα
και την οποία συζητήσαμε και σε ευρωπαϊκό επίπεδο στο Eurogroup τον περασμένο Απρίλη.
Καταγράφουμε προτεραιότητες γιατί βεβαίως μετά από μια τέτοια κρίση δεν μπορείς να τα
κάνεις όλα ταυτόχρονα και ούτε έχει νόημα να τάζεις στους πάντες τα πάντα. Περάσανε
αυτές οι εποχές»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου