Pages

Σάββατο 29 Μαΐου 2021

Ο ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ ΚΑΙ Η ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑ

 


ΠΕΡΑΣΑΝ 78 χρόνια από τη θανή του…

Ένα ανεξόφλητο χρέος του τόπου μας 

 ΑΡΘΡΟ 

του συνεργάτη μας κ. Στάθη Παρασκευόπουλου

 

Κάθε επέτειος, έγραφε ο Πύργιος λογοτέχνης Τάκης Δόξας, είναι μια πρόκληση στη Μνήμη. Και η Μνήμη ερεθισμένη από το ωραίο αγκάθι που τρυπάει κι ανοίγει τη φλέβα της, ξαναφέρνει μπρος στα μάτια της ψυχής πρόσωπα και γεγονότα που έμειναν βυθισμένα, ασάλευτα και σιωπηρά στο παρελθόν. 

27 του Φλεβάρη του 2021 φέτος. 27 του Φλεβάρη του 1943 τότε. Εβδομήντα οκτώ χρόνια κύλησαν στο αυλάκι του χρόνου από τη θλιβερή εκείνη μέρα της Κατοχής που έκλεινε για πάντα τα στοχαστικά του μάτια, τα κουρνιασμένα κάτω απ’ τα βαθίσκιωτα φρύδια του, ο εθνικός μας βάρδος, ο Κωστής Παλαμάς. Δεν ξέρω πόσων Νεοελλήνων η μνήμη θα ανέσυρε στο φως του θαυμασμού το μεγάλο μας ποιητή, που στο φέρετρό του εκείνη την ημέρα «ακουμπ(ούσε) η Ελλάδα», όπως μεγαλόστομα το βροντοφώναξε με το δικό του Παιάνα ο ιδαλγός της Δελφικής ιδέας Άγγελος Σικελιανός.

Θα ‘πρεπε το μνημονικό μας-το δυστυχώς, απ’ την τηλεοπτική λοβοτομή, ταραγμένο-να πισωστρίβει με αφορμή τέτοιες επετείους και να θυμάται τέτοια πρόσωπα και σχετικά γεγονότα, που χάραξαν, με ανεξίτηλα γράμματα, την πορεία της φυλής μας.

Ο υπογραφόμενος, λάτρης του Παλαμά, κάθε χρόνο τέτοια μέρα θυμάται τον ογκόλιθο των νεοελληνικών μας γραμμάτων και για έναν ακόμα πρόσθετο λόγο. Για το λόγο, και δεν ξέρω αν πολλοί το γνωρίζουν, ότι ο Μεσολογγίτης ποιητής (γεννημένος στην Πάτρα) κατέβηκε και έζησε για ένα χρόνο στην Κυπαρισσία (1881-1882), κοντά στον αδερφό του, έπαρχο Τριφυλίας Χρηστάκη Παλαμά. Ήταν τότε που ’χε γραφτεί στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για να σπουδάσει Νομικά, αλλά στη συνέχεια, όπως έγραψε ο αείμνηστος λογοτέχνης Μιχάλης Περάνθης: «Εγκατέλειψε τη Θέμιδα για να υπηρετήσει τις Μούσες». Δεν κατέβηκε στην Κυπαρισσία για λόγους αναψυχής, βέβαια, αλλά σπρωγμένος από οικονομική ανέχεια. Μην ξεχνάμε πως είχε χτυπηθεί από εμοιρόσταλτη σαΐτα, που του φόρεσε από νωρίς τη «μαύρη της ορφάνιας φορεσιά», για να περάσει κοντά στον αδερφό του μια δύσκολη χρονιά.

 Η ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

Κι ήταν αυτό για την Κυπαρισσία μια ευλογημένη συγκυρία, αφού ο ποιητής του «Δωδεκάλογου του Γύφτου» δεν είχε την ευκαιρία να πολυταξιδέψει και να γνωρίσει την Ελλάδα, όπως διακαώς επιθυμούσε. Θυμίζω τα λόγια του, που είναι τω όντι εξομολογητικά: «Ποτέ άνθρωπος δεν λαχτάρισε τόσο σαν εμένα τους μακρόσυρτους δρόμους, τους ατελείωτους περιπάτους κάτω από τους ανοιχτούς ουρανούς. Και ποτέ άνθρωπος δεν κουνήθηκε και δεν ταξίδεψε τόσο λίγο σαν εμένα».

Είδε την Κυπαρισσία, απόλαυσε περιπάτους, χάρηκε ηλιοβασιλέματα στο Ιόνιο – αυτά που πυρπολούν, κάθε δειλινό, τα δυσμικά ακροούρανα –, έζησε το πανηγύρι του Σταυρού με τη «γυφτουργιά», που του ‘δωσε εικόνες, έγραψε στον πατριάρχη της δημοσιογραφίας Βλάση Γαβριηλίδη και του ‘στειλε ανταποκρίσεις γι’ αυτό (υπογράφοντας απ’ τον Αϊ – Λαγούδη). Έγραψε ακόμα και το πρωτόλειο ποίημά του «Λουλούδι της Ροϊδιάς». Γράφτηκε, μας λέει, σε μια πόλη- είναι η Κυπαρισσία- που βρέθηκα να ζήσω λίγους μήνες με μόνη μου απολαβή κάθε δειλινό ένα από τα ωραιότερα ηλιογέρματα που μου δόθηκε να χαρώ κι ακόμα αγνάντια μου μ’ ένα περιβόλι, δηλαδή μ’ ένα κομμάτι χέρσας γης, που είχε γνώρισμά της μονάκριβο μια ολόανθη ροδιά. 

Και γέννησε μ’ εκείνη… το «Λουλούδι της Ροϊδιάς».

Το σπίτι που φιλοξένησε «της Ρωμιοσύνης τ’ αηδόνι, το μαγικό πουλί, (τ)η νεραϊδένια φλογέρα», όπως τον χαρακτήρισε ο RomainRolland, το Επαρχείο δηλαδή, βρίσκεται απέναντι απ’ την ανατολική πλευρά του κάστρου της Αρκαδιάς και πίσω απ’ τον χιλιοτραγουδισμένο πλάτανό της. Ευτυχώς, ανακαινίσθηκε τα τελευταία χρόνια απ’ τον τότε Δήμο Κυπαρισσίας και μια πινακίδα μας το «συστήνει» ως «Λαογραφικό Μουσείο». Παραμένει – δυστυχώς-  άδειο, ενώ θα ‘πρεπε να προοριστεί για «Μουσείο Τέχνης και Γραμμάτων» και να ονομαστεί «Μουσείο Κωστή Παλαμά», αφού στον κήπο που ήταν η ροδιά – και γίνονται τα καλοκαίρια πολιτιστικές εκδηλώσεις – θα ‘πρεπε να ‘χει φυτευτεί μια ροδιά. Να ’χει στηθεί μια προτομή του και να ’χει χαραχτεί σε μαρμάρινη πλάκα όλο το ποίημα το «Λουλούδι της Ροϊδιάς».

Ο Παλαμάς, αναντίλογα, έζησε στην Κυπαρισσία – την τότε Αρκαδιά – μια δύσκολη χρονιά και οι άνθρωποί της δεν μπόρεσαν να τον καταλάβουν: «Είμαι ποιητής εν μέσω των άλλων αναισθητούντων, μόνος υπεραισθανόμενος την κακομοιρίαν του τόπου των, εν μέσω αυτών, δρώντων εν τοις έργοις των, μόνος πάσχων εν τη απομονώσει…».

Δυστυχώς, θλίβομαι που το γράφω, και πάρα τις προσπάθειες που, κατά καιρούς, κατέβαλα με τον «πτωχόν κάλαμόν» μου [βιβλίο μου  «Η Κυπαρισσία (Αρκαδιά) και ο Κωστής Παλαμάς», εκδόσεις Συλλόγου Φιλοπροόδων Κυπαρισσίας, 1974) και με άρθρα μου στις εφημερίδες και στα περιοδικά, αλλά και με ομιλία στην πόλη μου, δεν υπήρξε ανταπόκριση για να γίνουν όσα έπρεπε για τον Παλαμά και να διαφημιστεί το πέρασμά του απ’ την πόλη, πέρασμα – που πιστεύω - θα ζήλευαν και άλλοι τόποι, αν είχαν την τύχη να περάσει απ’ τα χώματά τους ο Παλαμάς.

Ευτυχώς, όμως, που αρκετά παιδιά της Κυπαρισσίας ακολούθησαν το δρόμο που ακολούθησε στη βιωτή του ο μεγάλος μας ψάλτης και έγραψαν και γράφουν για να μην αφήνουν έωλη τη δάδα του πνεύματος και να την κρατούν ψηλά, για να φωτίζει και να θερμαίνει με το ακτινοβόλο φως της τους γκρίζους ορίζοντες των χαλασμένων καιρών μας.

Η Κυπαρισσία οφείλει πολλά στον Παλαμά (μερικά αναφέρθηκαν στη ροή του κειμένου). Και να ξέρει πως τιμώντας τον θα πάρει τιμή και η ίδια. Και «ο νοών νοείτω».  

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου