Η πανδημία του κορωνοϊού δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστα τα παιδιά, όλων των ηλικιών. Στις αρχές του 2020 ένας νέος ιός εμφανίστηκε στις ζωές και στην καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως. Ο ιός αυτός ήρθε να πλήξει την σωματική υγεία αρχικά. Αλλά καθώς οι μήνες περνούν, βλέπουμε πως επηρεάζει όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας (εκπαίδευση, εργασία, προσωπική ελευθερία κ.α.). Η ψυχική υγεία δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη.
- Γράφει η ψυχολόγος Μαριάνθη Σπουργίτη
Σε μια προσπάθεια περιορισμού της μετάδοσης της νόσου, πολλές κυβερνήσεις αποφάσισαν το κλείσιμο των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και τον περιορισμό παιδιών και εφήβων στο σπίτι. Τα δια ζώσης μαθήματα μετατρέπονται σε ηλεκτρονικά μαθήματα, μέσω τηλεοπτικών εκπομπών και διαδικτύου. Αν και γίνονται προσπάθειες να διατηρηθεί μια “κανονικότητα”, ο περιορισμός των παιδιών στο σπίτι έχει σοβαρές επιπτώσεις στη σωματική και πνευματική υγεία των παιδιών.
Για τις σωματικές επιπτώσεις, δεν είμαι ειδική να μιλήσω. Οι ψυχικές επιπτώσεις, από την άλλη, αναφέρονται ενδεικτικά και όχι αποκλειστικά σε αυξημένο άγχος για ενδεχόμενη λοίμωξη, άνια, θλίψη, έλλειψη κοινωνικοποίησης, μοναξιά, απώλεια προσωπικού χώρου, διατάραξη της καθημερινής ρουτίνας, θυμό, φόβο, αβεβαιότητα, έλλειψη ελέγχου, απογοήτευση κ.α.. Είναι γεγονός πάντως πως λόγω των ιδιαίτερων αναπτυξιακών χαρακτηριστικών των εφήβων, μπορεί να εκφράζονται και με υπερβολή ή υποτιμώντας το κίνδυνο.
Μελέτες έχουν δείξει ότι οι μετατραυματικές καταστάσεις άγχους είναι τέσσερις φορές υψηλότερες στα παιδιά που είναι σε καραντίνα, παρά σε εκείνους που δεν είναι. Αρκετά παιδιά παρουσιάζουν διαταραχές στον ύπνο (αϋπνία ή εφιάλτες) ή στη διατροφή τους (κατανάλωση μεγαλύτερων ποσοτήτων ή πιο ανθυγιεινών επιλογών). Παιδιά προερχόμενα από χαμηλότερο οικονομικό και εκπαιδευτικό επίπεδο γονέων, αλλά και όσα έχουν υπερβολική έκθεση στην πληροφορία, εμφανίζουν μεγαλύτερα ποσοστά μετατραυματικού στρες.
Πολλά παιδιά και οι έφηβοι βιώνουν μέσα στην πανδημία καταθλιπτικά συναισθήματα, παραίτηση ή/και διαδικτυακή εξάρτηση, ενώ παράλληλα αυξήθηκαν τα περιστατικά της ενδοοικογενειακής βίας. Περισσότερα ευάλωτα φαίνεται ότι είναι τα παιδιά με υπερκινητικότητα, ελλειμματική διαταραχή και διατροφικές διαταραχές. Μικρότερης ηλικίας παιδιά (3-6 ετών) είναι πιθανότερο να εκδηλώσουν συμπτώματα προσκόλλησης και φόβου για την υγεία των μελών της οικογένειάς τους.
H τηλεκπαίδευση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη νέα κανονικότητα παιδιών και εφήβων. Ο μαθητής είναι πλέον εκτός τάξης, μακριά από δασκάλους και συμμαθητές, κλεισμένος στο σπίτι, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη μάθηση η οποία κατά τα άλλα είναι μία κατεξοχήν κοινωνική διεργασία. Η σημασία της πειθαρχίας υποχωρεί και αναδεικνύεται η αναγκαιότητα της αυτορρύθμισης.
Με βάση το νέο πλαίσιο, κάθε μαθητής καλείται να αναπτύξει νέες δεξιότητες προκειμένου να διαχειρίζεται τον χρόνο του με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο. Ανάμεσα στα άλλα, σημαντική επίδραση έχουν και οι κοινωνικές ανισότητες εξαιτίας του ψηφιακού χάσματος. Λανθασμένα θεωρήθηκε δεδομένο πως όλοι οι μαθητές έχουν πρόσβαση σε υπολογιστή και άριστες ταχύτητες στο διαδίκτυο. Τα μαθησιακά αποτελέσματα της τηλεκπαίδευσης θα φανούν εν ευθέτω χρόνο.
Ταυτόχρονα, τα παιδιά και οι έφηβοι, με το αιτιολογικό της τηλεκπαίδευσης, περνούν υπερβολικά πολύ χρόνο στο διαδίκτυο που μπορεί να οδηγήσει σε συμπεριφορές εθισμού.
Για να δοθεί η διάγνωση του εθισμού, θα πρέπει να ισχύουν πέντε από τα έξι παρακάτω κριτήρια:
- παραμονή online για όλο και περισσότερο χρόνο,
- αποτυχία διαχείρισης του επερχόμενου αισθήματος διέγερσης ή και κατάθλιψης
- παραμονή online για περισσότερο από το προτιθέμενο χρονικό διάστημα,
- κίνδυνος απώλειας σχέσης ή ευκαιρίας εξαιτίας της χρήσης,
- ψεύδη προκειμένου να καλυφθεί η αληθής έκταση της χρήσης και
- χρήση προκειμένου να ελεγχθούν τα αρνητικά συναισθήματα.
Υπάρχουν όμως και οριακές περιπτώσεις που μπορεί να μην ισχύουν όλα τα κριτήρια αλλά μερικά από αυτά και είναι υψηλού κινδύνου για μελλοντική ανάπτυξη εθισμού. Περίπου το 60% των νέων εμφανίζει σε ένα βαθμό διαδικτυακή εξάρτηση κατά την διάρκεια της επιδημίας του COVID 19, έναντι περίπου 40% προ COVID 19. Έρευνες έχουν δείξει ότι κατά τη διάρκεια της καραντίνας, βρέθηκε θετική συσχέτιση μεταξύ του υπερβολικού gaming και της αϋπνίας, του καταθλιπτικού συναισθήματος και του άγχους. Επίσης, έρευνες μελέτησαν τη συσχέτιση συμπεριφορών διαδικτυακής εξάρτησης με άλλες διαδικτυακές συμπεριφορές υψηλού κινδύνου και βρέθηκε πως ο διαδικτυακός εκφοβισμός (cyberbullying) είχε αύξηση περίπου 50%
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου