Pages

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2022

ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ- ΣΠΑΝΙΑ ΜΕΛΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΓΝΩΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ

 


KYPARISSIANEWS.COM ΑΦΙΕΡΩΜΑ 
Μιχάλης Κατσαρὸς τοῦ Εὐσταθίου ἐκ Κυπαρισσίας Τριφυλίας (1919-1998). Ποιητὴς μὲ ἔντονη πολιτικοποίηση. Τα ποιήματα του μελοποιήθηκαν με τις φωνές ερμηνευτών όπως Χρήστου Θηβαίου, Βίκυ Μοσχολιού, Θ.Γκαιφίλας και άλλοι....

Ο Μιχάλης Κατσαρός (1920 – 1998) υπήρξε ένας από τους πιο επιδραστικούς ποιητές του 20ου αιώνα στη νεοελληνική λογοτεχνία, εκπρόσωπος της α’ μεταπολεμικής γενιάς. Οι τρεις μείζονες συλλογές του (Μεσολόγγι 1949, κατά Σαδδουκαίων 1953, Οροπέδιο 1957) προκάλεσαν αίσθηση όταν πρωτοεκδόθηκαν, αλλά και αντιδράσεις από τη μεριά της αριστεράς, λόγω του ελευθεριακού περιεχομένου της δεύτερης συλλογής. Το έργο του δεν έπαψε ποτέ να διαβάζεται και να κρίνεται. Τα ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχουν μελοποιηθεί από γνωστούς  Έλληνες συνθέτες αλλά και ερμηνευτές (Θεοδωράκης, Μαρκόπουλος, Κουνάδης κ. ά.). 

Αὐτοὺς ποὺ βλέπεις

Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη ἐκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Αὐτοὺς ποὺ βλέπεις πάλι θὰ τοὺς ξαναΐδεις
θὰ τοὺς γνωρίσεις πάλι
ἄλλον θὰ λένε Κωνσταντὴ κι ἄλλον Μιχάλη

Αὐτοὺς ποὺ βλέπεις πάλι θὰ τοὺς ξαναΐδεις
θὰ τοὺς γνωρίσεις πάλι
σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο θὰ γυρνοῦν
μὲ περηφάνια πιὸ μεγάλη

Αὐτοὺς ποὺ βλέπεις πάλι θὰ τοὺς ξαναΐδεις
θὰ τοὺς μισήσεις πάλι
ἕναν μονάχα δὲ θὰ βρεῖς
τὸν πιὸ μικρό, τὸν πιὸ πικρό, τὸν πιὸ ἀγαπημένο
τὸν μοναχό, τὸν δυνατὸ καὶ τὸν ἀντρειωμένο

Αὐτὸν δὲ θὰ τὸν ξανεΐδεις νὰ τόνε βασανίσεις
καὶ τὴν μεγάλη του καρδιὰ νὰ τηνε σκίσεις
αὐτὸν δὲ θὰ τὸν ξαναβρεῖς τί τὸν φυλᾶνε τ᾿ ἄστρα
τί τὸν φυλάει ὁ ἥλιος του, τόνε φυλάει τὸ φεγγάρι

Αὐτὸν πού ῾χει τὴ χάρη τὸν πιὸ μικρὸ
τὸν πιὸ πικρὸ καὶ τὸν ἀγαπημένο
αὐτὸν μονάχα ἐγώ, μονάχα ἐγώ, ἐγὼ προσμένω


Ἡ Θαλασσινή

Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη ἐκτέλεση: Γιάννης Μαρκόπουλος
Ἄλλες ἑρμηνεῖες: Βίκυ Μοσχολιοῦ

Στὶς καλύβες μία φορᾶ ζοῦσε ἡ Θαλασσινιά.
Ζοῦσε κάτω στὸ γιαλὸ καὶ λουζόταν στὸ νερό.
Καὶ μία νύχτα ποὺ φυσοῦσε καὶ ζητοῦσε καὶ ζητοῦσε
παλικάρι καὶ παιδὶ ποὺ ἔφυγε μὲς τὴ βροχή.

Ποῦθε πῆγε τὸ παιδὶ Θαλασσινή, ποῦ ῾χει πάει τὸ πουλί;
Ὁ ἀϊτός, τὸ χελιδόνι καὶ μᾶς λιώνανε οἱ πόνοι.
Στὶς καλύβες καίει-καίει τὸ γιαλὸ καίει τὴν ἄμμο, καίει τὸ νερό.
Παλικάρι πιὰ δὲν βρίσκει τ᾿ ὄνειρό της νὰ μεθύσει.

Στὶς καλύβες μία φορὰ ζοῦσε ἡ Θαλασσινιά.
Ζοῦσε κάτω στὸ γιαλὸ καὶ λουζόταν στὸ νερό.


Θὰ σᾶς περιμένω

Θὰ σᾶς περιμένω μέχρι τὰ φοβερὰ μεσάνυχτα ἀδιάφορος-
Δὲν ἔχω πιὰ τί ἄλλο νὰ πιστοποιήσω.
Οἱ φύλακες κακεντρεχεῖς παραμονεύουν τὸ τέλος μου
ἀνάμεσα σὲ θρυμματισμένα πουκάμισα καὶ λεγεῶνες.
Θὰ περιμένω τὴ νύχτα σας ἀδιάφορος
χαμογελώντας μὲ ψυχρότητα γιὰ τὶς ἔνδοξες μέρες.

Πίσω ἀπὸ τὸ χάρτινο κῆπο σας
πίσω ἀπὸ τὸ χάρτινο πρόσωπό σας
ἐγὼ θὰ ξαφνιάζω τὰ πλήθη
ὁ ἄνεμος δικός μου
μάταιοι θόρυβοι καὶ τυμπανοκρουσίες ἐπίσημες
μάταιοι λόγοι.

Μὴν ἀμελήσετε.
Πάρτε μαζί σας νερό.
Τὸ μέλλον μας θὰ ἔχει πολὺ ξηρασία.


Κατὰ Σαδδουκαίων

Πλῆθος Σαδδουκαίων
Ῥωμαίων ὑπαλλήλων
μάντεις καὶ ἀστρονόμοι
(κάποιος Βαλβίλος ἐξ Ἐφέσου)
περιστοιχίζουν τὸν Αὐτοκράτορα.

Κραυγὲς ἀπ᾿ τὸν προνάρθηκα τοῦ Ναοῦ.
Ἀπ᾿ τὴ φατρία τῶν Ἐβιονιτῶν κραυγές:
Ὁ ψευδο-Μάρκελος νὰ παριστάνει τὸ Χριστό.
Διδάσκετε τὴν ἐπανάστασιν Κατὰ τοῦ πρίγκιπος
Οἱ Χριστιανοὶ νἄχουνε δούλους Χριστιανούς.

Ἡ ἀριστοκρατία τοῦ Ναοῦ νὰ ἐκλείψει.
Ἐγὼ ἀπέναντί σας ἕνας μάρτυρας
ἡ θέλησή μου ποὺ καταπατήθηκε
τόσους αἰῶνες.

Τοὺς ὕπατους ἐγὼ ἀνάδειξα στὶς συνελεύσεις
κι αὐτοὶ κληρονομήσανε τὰ δικαιώματα
φορέσαν πορφυροῦν ἀτίθασον ἔνδυμα
σανδάλια μεταξωτὰ ἢ πανοπλία-
ἐξακοντίζουν τὰ βέλη τους ἐναντίον μου-
ἡ θέλησή μου ποὺ καταπατήθηκε
τόσους αἰῶνες.

Τοὺς ἄλλους ἀπ᾿ τὴν πέτρα καὶ τὸ τεῖχος μου
καθὼς νερὸ πηγῆς τοὺς εἶχα φέρει
ἡ θρησκεία τους μυστηριώδης δεισιδαιμονία
τ᾿ ἄλογά τους ἀπ᾿ τὸν κάμπο μου.
δὲ μοῦ ἐπέτρεψαν νὰ δῶ τὸν Αὐτοκράτορα
τοὺς ὕπατους δὲν ἄφηναν νὰ πλησιάσω
σὲ μυστικὰ συμπόσια καὶ ἔνδοξα
τὴ θέλησή μου τὴν καταπατήσανε
τόσους αἰῶνες.

Τώρα κι ἐγὼ ὑποψιάζομαι
ὅλο τὸ πλῆθος τῶν αὐλοκολάκων
ὅλους τοὺς ταπεινοὺς γραμματικοὺς
τοὺς βραβευμένους μὲ χρυσὰ παράσημα
λεγεωνάριους καὶ στρατηλάτες
ὑποψιάζομαι τὶς αὐλητρίδες τὴ γιορτὴ
ὅλους τοὺς λόγους καὶ προπόσεις
αὐτοὺς ποὺ παριστάνουνε τοὺς ἐθνικοὺς
τὸν πορφυροῦν χιτώνα τοῦ πρίγκιπος
τοὺς συμβουλάτορες καὶ τοὺς αἱρετικοὺς
ὑποψιάζομαι συνωμοσία
νύκτα θὰ ρεύσει πολὺ αἷμα
νύχτα θὰ ἐγκαταστήσουν τὴ βασιλεία τους
νέοι πρίγκιπες μὲ νέους στεφάνους
οἱ πονηροὶ ρωμαῖοι ὑπάλληλοι τοῦ

*τοῦ αὐτοκράτορος

τοιμάζουνε κρυφὰ νὰ παραδώσουν
νὰ παραδώσουν τὰ κλειδιὰ καὶ τὴν
ὑπόκλισή τους.

Ἐγὼ πάλι μέσα στὸ πλῆθος διακλαδίζομαι
ἡ θέλησή μου διακλαδίζεται μέσα στὸ πλῆθος
μαζεύω τοὺς σκόρπιους σπόρους μου
γιὰ τὴν καινούρια μακρινή μου ἀνάσταση
μαζεύω.


Μεῖον ὠά

Τὰ μεῖον ὠὰ
ὅταν συγκεντρωθοῦν σὲ καρὲ τετράγωνο
ὅτι
εἶναι μὲ υἱὸν νέο διαφορετικὸ
ἀπὸ Θεὸ
μὲ υἱὸν μαζοὺτ σῶμα ἐξελθὼν
ὅπως πλάνο ἀμερικαὶν πάνω ἀπὸ ἐκρὰν
ἢ ὅ,τι ἄλλο - ἄγνωστο σὲ οὐσία
ἢ σαρκικὸ
ταμεῖον σεπτὸ
ταμεῖον ἐφορίας
ταμεῖον θεάτρου ἱπποδρόμου Μπὰρ
καὶ τὰ μεῖον δεφτέρι
μὲ εἴσπραξη ἐξόφληση
τὰ μεῖον ὠὰ – ὠοὰ
μειοδοτεῖς ἐσὺ μετὰ
μὲ τί μὲ τὲ
μὲ ἂ καὶ μέχρι
νὰ φτάσεις ἧττα
εἶσαι
μὴ μὴ προχωρᾶς στὸ θῆτα
εἶναι ἐκτὸς ταμείου ἐκτὸς ἑπτὰ
ἐνθέμιον Θέμιον
θαρρῶ Θέτις
Τὰ μεῖον ὠὰ
εἶναι νὰ μὴ μπλεχτεῖ ὁ Θεὸς
καὶ σὲ διχάσει.


Μὴ φύγεις

Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη ἐκτέλεση: Γιάννης Μαρκόπουλος

Μὴν κλαῖς π᾿ ἀκόμα
δὲ μᾶς ἔφυγες ἀπ᾿ τὸν ἀέρα
τὸ δρόμο σου ῾τοιμάζουνε
ἀπὸ πέρα.

Μὴν κλαῖς στὸν οὐρανὸ θὰ πᾶς
καὶ μᾶς ἐδῶ μᾶς παρατᾶς.

Πάρε μαζί σου ἀπ᾿ τὴ γῆ μας
τὸ περιστέρι πού ῾ναι ψυχή μας.

Πάρε ἐλιὰ φιλιά, πάρε τὰ κάλλη
ἀπὸ τὴ γῆ μας τὴ μεγάλη.

Μὴν κλαῖς, μὴ φύγεις, μὴ μᾶς παρατᾶς
εἴμαστε γιοί σου καὶ μᾶς ἀγαπᾶς.

Στὸν οὐρανὸ βαρύθυμος πλανᾶς
τὰ βήματά σου
εἴμαστε μεῖς παιδιά σου,

Μὴ φύγεις μή, μὴ μᾶς παρατᾶς
εἴμαστε γιοί σου καὶ μᾶς ἀγαπᾶς.


Ὁ Δοῦλος

Ὁ Δοῦλος ποὺ δραπέτευσε
ἔλεγε προσευχὲς στοὺς φιλήσυχους πολίτες
γονατίζοντας σὲ λιγδωμένα προσκέφαλα.
Ἐγὼ δὲν ἤλπιζα πὼς μπορεῖ νὰ σωθεῖ.
Οἱ χωροφύλακες ἔχουν γερὴ ὅραση -
δὲ διαλύονται μὲ αὐταπάτες καὶ ψυχοσάββατα.
Τώρα αὐτὸς ποὺ ἐπέμενε νὰ ρωτάει
φαίνεται θἆταν ἀποφασισμένος γιὰ θάνατο
ἢ θἆταν κατάσκοπος ποὺ δὲ φοβᾶται.
Ἐγὼ πάντως
ἐξακολουθῶ νὰ βλέπω τὸν ἐπερχόμενο
μεσαίωνα
μὲ φάλαγγες πιστῶν
μὲ ἀργυρᾶ δισκοπότηρα ἀφρίζοντα αἷμα
μὲ σημαιοστολισμοὺς καὶ παρελάσεις
μὲ ραβδούχους καλοθρεμμένους καλόγερους
εἰκόνες ἀπὸ παλιὲς ἐκστρατεῖες
καὶ τυφεκισμοὺς
ἥρωες μὲ αὐστηρὰ βλέμματα
Ἁμὲς δὲ γ᾿ ἐσόμεθα
πληρωμένη ἐκπαίδευση
θεὸς ἀγέρας τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως
κλειδωμένα στὴν ἐποχὴ σὲ χάλκινα θησαυροφυλάκια.
Ἂν ἄξαφνα σᾶς γεννηθεῖ τὸ ἐρώτημα
πὼς τὰ κατάφερε αὐτὸς ὁ θνητὸς
μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ βαρύγδουπο διαπασῶν τῶν ὕμνων
νὰ δραπετεύσει μὲ ἀληθινὸ λαμπερὸν ἥλιο
μὲ ἀληθινὲς ἐξαρτήσεις τοῦ βίου -
ἂν δὲ μπορεῖτε νὰ καταλάβετε
τί τὸν ὁδήγησε σ᾿ αὐτὸ τὸ τελευταῖο διάβημα
ποὺ βρῆκε τὴν ἔξοδο ἀφοῦ γύρω ἦταν μπετὸν
ἀφοῦ γύρω τραγουδοῦσε ἡ φοιτήτρια
ἕνα τραγούδι ἱστορικὸ παλιῶν ἡρώων
τότε
δὲ θά ῾χετε δεῖ κάτι κρυφὲς μικρὲς πόρτες
ὅμως ὁλοφάνερες στὰ μάτια τῶν εἰδικῶν
δὲν θἄχετε δεῖ τὸ ραγισμένο τοῖχο
ὅπου βλασταίνουν κάτι φυτὰ
πάνω σ᾿ ἀσβέστη κίτρινο ἀπ᾿ τὴν πολυκαιρία.
Τὸ ζήτημα πιὰ ἔχει τεθεῖ:
Ἢ θὰ ἐξακολουθοῦμε νὰ γονατίζουμε
ὅπως αὐτὸς ὁ δραπέτης
ἢ θὰ σηκώσουμε ἄλλον πύργο ἀτίθασο
ἀπέναντί τους.


Ὁ Λάκης

Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη ἐκτέλεση: Γιάννης Μαρκόπουλος

Στὸ γιοφύρι τὸ παλιὸ
μιὰ φορὰ κι ἕνα καιρὸ
πιτσιρίκος μὲ μυαλὸ
ἔπαιζες κουτσό.

Τώρα μοῦ μεγάλωσες καὶ κάνεις
πείσματα νὰ μᾶς πεθάνεις,
τώρα κάνεις πιὰ τὸ σοβαρὸ
δὲν μᾶς φέρνεις τὸ νερό.

Λάκη Λάκη Λάκη
ὅπου ἔπαιζες στ᾿ αὐλάκι
κι ἔπαιζες μὲς στὴν αὐλὴ
Λάκη Λάκης τὸ παιδί.

Λάκη Λάκη Λάκη
ποῦ ῾ναι τὸ καινούργιο αὐλάκι
ποῦ ῾ναι ἡ καινούργια αὐλὴ
Λάκη Λάκης τὸ παιδί.


Ὁ πατέρας μὲ τὴ φυσαρμόνικα

Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη ἐκτέλεση: Γιάννης Μαρκόπουλος

Ἀκούσατε μία παράδοξη παράξενη ἱστορία
γιὰ τὸν πατέρα μὲ τὴ φυσαρμόνικα.

Τελάληδες, κοντραμπασίδες καὶ τῆς μηχανῆς τοῦ τσεβελέκου σπαΐδες
ὅσοι τοῦ πατρὸς ζητᾶτε τὴ γνώση, ἀκαμάτηδες καὶ διακοναρέοι,
ὡραῖοι νέοι καὶ τοῦ δεκάξι Φαρισαῖοι.
Τῆς Σμύρνης μὲ τὴ Γαλλικὴ σχολὴ σπουδαῖοι
ὅσοι ἀκοῦτε μὲ παλιὲς παρέες, ὅλοι ἐσεῖς ποὺ θέλετε γνώση
τοῦ πατέρα τὴν ἱστορία, ὅσοι γιὰ πατρίδες νύχτες μιλᾶτε τόσοι ἀνθρῶποι,
γυναῖκες παιδιὰ μία ἱστορία λυρικὴ παλιά, γιὰ φυσαρμόνικα καὶ κάποιο πατέρα
γιὰ νύχτα καὶ μέρα ἀκούσατε τὴν ἱστορία στὸν ἀέρα.

Στὴν ἀρχὴ ἦταν οἱ τρεῖς χαλύβδινοι αἰῶνες
στοῦ Μπαρτζελιώτη μὲ καρεκλάκι οἱ Παρθενῶνες
καὶ μετὰ ἦρθε ἡ θάλασσα καὶ μεσόγειος νησιά,
ὁ δρόμος μὲ τὴ βρύση πέτρινη παλιά, παλιῶσαν ὅλα μέσα σὲ μιὰ νυχτιά.
Γέρασε ἡ Ἑλένη γιὰ μία νυχτιὰ καὶ τὸ ῾23 ἤτανε αὐτὸ ποὺ λὲς 1910, ἀποκοτιά!
Πηγάδια ὑπόγεια ποταμοί, μὲ τοῦ νέγρου τὸ μωρὸ στὴ φυλακὴ
οἱ ἀταμάνοι οἱ Κοζάκοι οἱ παλιοί.

Μετὰ δυὸ τροχοὶ ἀλέθαν σιτάρι βροχὴ
μὲ τὴ σιδερολαβὴ τοῦ πυρπολητῆ Κανάρη, ἔλειπε ἡ σιδερένια γροθιά.
Τοῦ πατέρα τὸ σπίτι πάνω σὲ καρφιά, δὲν ἔκλαψε, δὲν ἔκλαψε,
τοῦ Πόντου Ἄρη καθὼς φεύγαν τὰ πουλιά.
Χόρεψε, χόρεψε, χόρεψε μόνος γιὰ πρώτη φορά,
δὲ γύρισε δὲν ἤτανε πατέρας πιά.


Σπίτι

Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη ἐκτέλεση: Ξανθίππη Καραθανάση

Σπίτι μὲ τὰ κεραμίδια σου
σπίτι σπίτι ἀληθινὸ
περιστέρια τὰ στολίδια σου
σπίτι μὲ τὸν οὐρανό.

Ποῦ νὰ εἶσαι
ποῦ νὰ στέκεις
ποῦ νὰ εἶσαι ἀληθινὸ
σπίτι μὲ τὰ κεραμίδια
σπίτι μὲ τὸν οὐρανό.

Ποιὸς νὰ φέρνει νὰ γιομίζει
κάθε ράφι σου παλιὸ
σπίτι τῶν ὀνείρων σπίτι
ποῦ καρτέραγες τὸ γιό.

Ἂν γυρίσει καλοκαίρι
ἂν γυρίσει χειμωνιὰ
σπίτι κάποιος θὰ σοῦ φέρει
ἀνθισμένη λεμονιά.


Στὰ λιθάρια

Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη ἐκτέλεση: Γιάννης Μαρκόπουλος

Στὸ παλιὸ τὸ λιοτριβεῖο
μιὰ φορὰ κι ἕνα καιρὸ
στὰ λιθάρια ποὺ γυρίζαν
κι ἐλιῶναν τὸν καρπὸ
πέταξαν ἕνα παιδί, πέταξαν ἕνα παιδὶ
γιὰ νὰ λιώσει νὰ χαθεῖ.

Στὰ λιθάρια, στὰ λιθάρια
οἱ ἀνθρῶποι οἱ κακοὶ
μὲ τὴν στρίγκλα τὴ μαγίστρα
τὸ λουλούδι τὸ σεμνὸ
λιώσαν τὸ παιδὶ μὲ βία
καὶ δὲν εἶναι αὐτὸ ἱστορία.

Τώρα ὁ ἴσκιος του ὁ φρικτὸς
ξέσπασε σὰν κεραυνὸς
στῶν ἀνθρώπων τὴν κακία
καὶ δὲν εἶναι αὐτὸ ἱστορία.


Στὴ γῆ σου

Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη ἐκτέλεση: Γιάννης Μαρκόπουλος

Τὰ πουλιά σου ἔφυγαν
σὲ κάποια γῆ καὶ σὲ καλοῦνε,
στεριὰ γυρεύουν οἱ ἀητοὶ
καὶ καρτεροῦνε.

Στὴ γῆ στὴ γῆ σου
σὲ προσκαλοῦν οἱ γιοί σου.

Τὰ πουλιὰ διαβῆκαν τὸ γιαλὸ
καὶ φέρανε ἐλιὰ
στὴ γῆ στὴ γῆ σου τὴν παλιὰ
σὲ καρτερᾶν οἱ γιοί σου.


Τὴν εἰκόνα σου

Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη ἐκτέλεση: Γιάννης Μαρκόπουλος
Ἄλλες ἑρμηνεῖες: Νίκος Ξυλούρης
|| Βίκυ Μοσχολιοῦ

Τὴν εἰκόνα σου σεβάστηκα
στὴ φλόγα δὲν ἐκράτησα,
τὴν εἰκόνα τὴν καλὴ
θὰ σοῦ φέρω μίαν αὐγή.

Χρώματα, χρώματα
ἄσε τὰ καμώματα
χρώματα, χρώματα
χρώματα κι ἀρώματα.

Τὴν εἰκόνα σου σεβάστηκα
καὶ κράτησα
καὶ τὰ χέρια μου θὰ ἑνώσω
πρὶν στὴ ζητιανιὰ τὴ δώσω.

Χρώματα, χρώματα
χρώματα κι ἀρώματα
χρώματα, χρώματα
ἄσε τὰ καμώματα.


Τὸ ἀρνί

Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη ἐκτέλεση: Γιάννης Μαρκόπουλος

Ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸ σκυλὶ
τὸ βόδι τ᾿ ἄλογο καὶ σύ.

περπατᾶνε περπατᾶνε
καὶ ρωτᾶνε καὶ ρωτᾶνε
μὲς στὴ γῆ μας
ποῦ ῾ναι τ᾿ ἀρνί.

Τὸ χαμένο τὸ ἀρνὶ
πάλι πάλι θὰ φανεῖ
τὸ χαμένο τὸ ἀρνὶ
ξανακάλεστο νὰ ῾ρθεῖ.

Ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸ σκυλὶ
τὸ βόδι τ᾿ ἄλογο καὶ σύ.

Σταματᾶνε σταματᾶνε
καὶ ζητᾶνε καὶ ζητᾶνε
τὸ χαμένο σου παιδί.

Τὸν χειμώνα στὴ σκεπὴ
στὸ λιβάδι στὴ σφαγὴ
ψάξαμε γιὰ τὸ ἀρνὶ
ποὺ τὸ ἔχασες ἐσύ.

Ὁ ἄνθρωπος τὸ χμ!
καὶ τὸ σκυλὶ
τὸ βόδι τ᾿ ἄλογο
καὶ σύ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου