Διόρθωση αλλά παραμονή στα στην άνω ζώνη του εύρους αναμένη η Κομισιόν για το 2023, ενώ η πιο αισιόδοξη Goldman Sachs προβλέπει πως το νέο έτος θα είναι και αυτό «χρονιά των εμπορευμάτων» με αποδόσεις έως και 43% αφού τα θεμελιώδη παραμένουν εύθραυστα
Μέσα στην επόµενη δεκαετία, η αξία της αγροτικής παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αναµένεται να εµφανίσει µικρούς ρυθµούς ανάπτυξης, ειδικά µετά το 2025 όταν οι τιµές για τα περισσότερα αγροτικά εµπορεύµατα επιστρέψουν στα προ 2020 επίπεδα, σύµφωνα µε τους αναλυτές της Κοµισιόν,.
Πληθωριστικές πιέσεις λόγω ενεργειακής κρίσης, αδύναµο ευρώ -κοντά στην απόλυτη ισοδυναµία µε το δολάριο τουλάχιστον µέχρι το 2024, κάτι που µεταφράζεται σε ακριβότερες εισαγωγές ενέργειας-, καθώς και µια σταθεροποίηση των σοδειών σε σιτηρά και καλαµπόκι κοντά στα σηµερινά χαµηλά επίπεδα αναφέρει η έκθεση Κοµισιόν µε τις µεσοπρόθεσµες των αγορών αγροτικών εµπορευµάτων.
Το πλαίσιο αυτό απαιτεί καλά µελετηµένες και ορθολογικές αποφάσεις από τους παραγωγούς, αφού παράλληλα η Κοµισιόν, εκτιµά πως επίκειται µια διόρθωση στις τιµές των αγροτικών εµπορευµάτων. Για την ακρίβεια, η ετήσια έκθεση µεσοπρόθεσµων προοπτικών της Κοµισιόν, οι εκτιµήσεις της οποίας καλύπτουν µια περίοδο µέχρι το 2032, µιλά για µια προσγείωση των τιµών στα αγροτικά εµπορεύµατα κοντά στα επίπεδα του 2019 τα επόµενα δύο χρόνια. Παράλληλα, η Ευρώπη µέχρι το τέλος της δεκαετίας, φαίνεται πως θα έχει µετατραπεί σε καθαρό εισαγωγέα σιτηρών, κάτι που αποδίδεται στους περιορισµούς των παραγωγών λόγω καιρού. Ταυτόχρονα µειώνεται και η παραγωγή γάλακτος µαζί µε το ζωικό κεφάλαιο αλλά και την όρεξη των Ευρωπαίων για κατανάλωση κρέατος. Κάτι που αναµένεται να φέρει και µείωση της ζήτησης ζωοτροφών από αροτραίες καλλιέργειες, όπως το καλαµπόκι και το κριθάρι, που ποσοστιαία υπολογίζεται σε 6,1%.
Eπίπεδα 2020
Mετά το 2025, σύµφωνα µε τους αναλυτές της Κοµισιόν, οι τιµές για τα περισσότερα αγροτικά εµπορεύµατα επιστρέψουν στα προ 2020 επίπεδα. ∆εν αναµένεται όµως αντίστοιχη αποκλιµάκωση και στα εξοδολόγια
των αγροτικών και κτηνοτροφικών εκµεταλλεύσεων, ενώ και τα αγροτικά εισοδήµατα αναµένεται να επιστρέψουν στα επίπεδα της περιόδου 2010-2012, κάτω από την κορυφή που καταγράφηκε το 2022.
Ολόκληρο το ρεπορτάζ στην Agrenda που κυκλοφορεί
Μικρές σοδειές συγκρατούν τις τιμές στο σκληρό και το μαλακό σιτάρι
Παραγωγή σιτηρών
Το σενάριο των χαμηλών αποδόσεων οφείλεται στα δύσκολα διαχειρίσιμα ακραία καιρικά φαινόμενα που έρχονται πιο συχνά
Σοδειές αντίστοιχες µε τις µικρές που αλώνισαν οι Ευρωπαίοι αγρότες το περασµένο καλοκαίρι θα αποτελέσουν τον κανόνα για τα επόµενα έτη, µε την ετήσια µελέτη προοπτικών για τις αγορές αγροτικών εµπορευµάτων της Κοµισιόν, να προεξοφλεί µια σταθεροποίηση των παραγωγών κοντά στα τωρινά επίπεδα.
Το σενάριο των χαµηλών αποδόσεων, δεν οφείλεται µόνο σε δύσκολα διαχειρίσιµα ακραία καιρικά φαινόµενα, τα οποία αναµένονται µε µεγαλύτερη συχνότητα, αλλά και σε µια σειρά αναλύσεων από διάφορους φορείς. Η προοπτική αυτή, συνοδεύεται και από µια οριακή µείωση στις καλλιεργούµενες εκτάσεις µε σιτηρά µέχρι το 2032, µε τις διαρροές να εντοπίζονται κυρίως στις καλλιέργειες καλαµποκιού και κριθαριού. Οι συνολικές εκτάσεις αναµένεται να διαµορφωθούν σε 57,2 εκατ. εκτάρια, µε το µπλοκ να παραµένει καθαρός εισαγωγέας καλαµποκιού και ρυζιού, ενώ δεν αποκλείεται αν επιβεβαιωθεί ένα σενάριο των χαµηλών αποδόσεων που αναπτύσσεται στις σελίδες της έκθεσης, να µετατραπεί και σε καθαρό εισαγωγέα σιτηρών.
Σε σύγκριση µε τον µέσο όρο της διετίας 2020-2022, οι αποδόσεις των δηµητριακών αναµένεται να µείνουν στάσιµες έως το 2032. Συγκεκριµένα, η παραγωγή κριθαριού στην ΕΕ αναµένεται να υποχωρήσει κατά 0,7%, ενώ για µαλακό και σκληρό σιτάρι αναµένεται ελάχιστη αύξηση µισής ποσοστιαίας µονάδας (0,5%).
Στην κατηγορία των σιτηρών, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 2032 αναµένεται να συγκοµιστούν 1,1 εκατ. τόνοι λιγότεροι από τη µέση παραγωγή της διετίας 2020-2022, κατά την οποία η µέση παραγωγή κυµάνθηκε στους 309 εκατ. τόνους.
Εξαίρεση στην συνθήκη των µικρών αποδόσεων αποτελεί το καλαµπόκι, όπου αναµένεται ενίσχυση της τάξης του 7,7% καθώς το 2022 οι αποδόσεις ήταν ασυνήθιστα χαµηλές. Η αύξηση αυτή όµως, αξίζει να ιδωθεί σε συνάρτηση µε µια πιθανή µείωση των καλλιεργούµενων εκτάσεων, η οποία θα προσεγγίσει το 10%.
Από την άλλη, οι εκτάσεις που θα αφιερώνονται ως το 2032 για καλλιέργεια µε µαλακό και σκληρό σιτάρι θα µπορούσαν να αυξηθούν και να φτάσουν τα 24,2 εκατ. εκτάρια ως το 2032 από τα 23,6 εκατ. εκτάρια που καλλιεργήθηκαν το περασµένο φθινόπωρο. Κίνητρο για τη στροφή στην καλλιέργεια µαλακού και σκληρού σίτου αποτελεί η υψηλή ζήτηση για ευρωπαϊκό µαλακό σιτάρι από τις διεθνείς αγορές, σύµφωνα µε την έκθεση, κάτι που µπορεί όµως να είναι πρόσκαιρο λόγω της σηµερινής συνθήκης του αδύναµου ευρώ και του περιορισµού της προσφοράς από τη Μαύρη Θάλασσα η είναι η πιο ανταγωνιστική πηγή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου