Pages

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

ΑΦΙΕΡΩΜΑ- Ο εθνικός Ποιητής Κωστής Παλαμάς περιγράφει το πανηγύρι της Κυπαρισσίας το 1882


 Από τα « Τετράδια Ιστορίας» του Παναγιώτη Α. Κατσίβελα , ιατρού

Ο Κ. Παλαμάς είναι γνωστό ότι έζησε στην πόλη της Κυπαρισσίας το 1881κ 1882 και παρέμεινε για οκτώ περίπου μήνες , όπου είχε διοριστεί έπαρχος ο αδελφός του Χριστάκης.

Κατά την παραμονή του στην Κυπαρισσία δημοσιεύει σειρά άρθρων στην εφημερίδα του Βλάσση Γαβριηλίδη «Μη Χάνεσαι» ,την πρόδρομο εφημερίδα της «Ακρόπολις» . Ο τίτλος της εφημερίδας οφείλετο σε μια επαναλαμβανόμενη φράση του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου , τον οποίον και αντιπολιτεύετο . Τόσον η «Μη χάνεσαι» όσο και η «Ακρόπολις» υπεστήριζε την πολιτική του Τρικούπη .

Ο Παλαμάς δημοσιεύει, με το ψευδώνυμο «Κάποιος» και με αφορμή το πανηγύρι της Κυπαρισσίας του 1882 ,4 άρθρα , που πέραν από το πανηγύρι της Κυπαρισσίας δίνει την δική του προσλαμβάνουσα εικόνα από την Τριφυλία της εποχής . Σήμερα όμως θα μιλήσουμε για το πανηγύρι της Κυπαρισσίας , μέρες που είναι . Γλώσσα η καθαρεύουσα .

Εφημερίδα πολιτικοσατυρική «Μη χάνεσαι»(*) Διευθυντής Β. Γαβριηλίδης Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 1882 , έτος Γ’ Αριθ. 346 , σελ 6.

https://lekythos.library.ucy.ac.cy/bitstream/handle/10797/23402/xan_issue346.pdf?sequence=108&isAllowed=y

 

Τα προεόρτια

Το πανηγύρι είναι εμπορική πανήγυρις κατά την δέκα λεπτά απέχουσα της πόλεως δυσμική παραλία εντός λιθίνου περιφράγματος και υπό παραπήγματα, επί τον σκοπό αυτόν εγερμένα , αρχομένη δε από της 8-10 Σεπτεμβρίου και παρατεινομένη μέχρι της 14 του αυτού μηνός και πλέον . Είναι Πάσχα , το Μπαϊράμι , το carnavale , το Christmas , τα Ολύμπια , το Bazar , η Έκθεσις καθ΄ ένα χωριστά και όλα ομού των περιχώρων . Εορτή και εμπόριον , γλέντι και εργασία , ασωτία και κερδοσκοπία , κυριακάτικα και χαμαλίκι . Την έναρξιν της , αναμένουν από της επιούσης της λήξεως αυτής , την προσέγγισιν της , υποδέχεται μετ΄ αλαλαγμών .

Η κατ’ αυτήν συναλλαγή , προσεγγίζει ενίοτε το εκατομμύριο , αντιπροσωπεύει δε το πλείστον ως προς τους επιτοπίους καταναλωτάς ολόκληρον ετησίαν περίοδον . Συρρέουν έμποροι , πραγματευταί και καπνοπωληταί εξ όλων των εγγυτέρων μερών , των πόλεων Ζακύνθου , Πύργου , Καλαμών , Πατρών , Μεσολογγίου και αυτών των Αθηνών , Πειραιώς και Κερκύρας . Οι επιτόπιοι δε καταστηματάρχαι όλοι αντιπροσωπεύονται εν αυτή δια παραρτήματος του μαγαζιού των .Αι πανικών , ρουχικών , εδωδίμων και αντικειμένων συνήθους χρήσεως εν γένει προμήθειαι των κατοίκων και περιοίκων δι ΄όλον το έτος , κατ’ αυτήν γίνεται . Αι προίκες των εις ώραν και παρ΄ ώραν γάμου , αι τουαλέται των εντός και εκτός αυτού , τα δώρα των γονέων και μνηστών και αυτά τα νεκροσκόμια των πρεσβυτίδων( ηλικιωμένων ) εν αυτή και μόνη τη αγορά προμηθεύονται . Αι πρόσοδοι των γαιοκτημόνων τα περισσεύματα των μισθών , αι οικονομίαι των οικοδεσποινών , τα φιλοδωρήματα των παιδιών , οι κόμβοι των γραϊδίων , εδώ ευρίσκουν το καταστάλαγμα . Δεν είναι λοιπόν παράδοξο , αν όλοι εδώ πέρα αναμένουν τόσον ανυπομόνως το πανηγύρι και τας παρακολούθους αυτού απολαυάς και παροχάς .

Από της επανόδου των εκ των αγρών μέχρι της ενάρξεως της πανηγύρεως άνδρες και γυναίκες δεν εννοούν άλλην ενασχόλησιν ή την προετοιμασία δια την πανήγυριν . Οι άνδρες εξομαλύνουν τας ληψοδοσίας των , εισπράττουν τα οφειλόμενα , κάμουν τας σημειώσεις των , χαλούν τα τραπεζικά των και αν τους περισσεύση καμμιά ώρα την δαπανούν εις καμμίαν πρέφα εις το καφενείο ή οι ταπεινότεροι και παιδικώτεροι εις τους αστραγάλους και τα καρύδια εν τη οδώ . Αι γυναίκες μετρούν και ξαναμετρούν το εαυτόν χρημάτιον , λογαριάζουν και ξαναλογαριάζουν τι ταις χρειάζεται κάμνουν ταις μπουγάδες των , σφουγγαρίζουν και ασβεστώνουν και συγυρίζουν τα σπίτια των , επιδιορθώνουν τα φουστάνια των , κάμνουν τα γλυκά των . Είναι δε η μόνη αυτή εποχή του έτους , καθ΄ ήν καταναλίσκουν ποσότητα ανθράκων προς γλυκασμόν των λαρύγγων των ή μάλλον εκείνων των αναμενομένων ξένων . Είναι η μόνη εποχή καθ΄ ην δύναται τις ν΄ απογευθή και εις την πόλιν έξω άλλο τι γλύκισμα παρ’ εκτός του κλασσικού λουκουμίου .

Η ζαχαροπλαστική και η γλυκοποιητική ευρίσκονται εις την νηπιώδη αυτής κατάστασιν . Οι επήλυδες ( ξενόφερτοι ) καφεπώλαι είναι οι δυνάμενοι να καταστρώσουν επί του ταψίου τα ρομβοειδή του μπακλαβά σχήματα και μετρημέναι αι επιτηδευόμεναι εν ταις κατωτέρω ιδίως τάξεις το δέσιμον αυτού του στριφτού ή του μπελντί (=αλοιφή, κυρίως αφορά δερματική καλλυντική ). Αυτές ονομάζονται διδασκάλισες και περιέρχονται από οικίας εις οικίας επί αμοιβή φκιάνουσες και εφοδιάζουσες αυτές με τινά ποτήρια μαντζουνιού .

Αλλά και αι αρχές αυτές οφείλουν να λάβουν έκτακτα τινά μέτρα προς υποδεξίωσιν των ημερών αυτών. Η δια ξηράς προσέλευσις και απέλευσις των ξένων πανηγυριστών και μη, εμπορευματούχων και χρηματούχων , προαπαιτεί κατάληψιν των επικαιροτέρων διόδων υπό στρατιωτικής δυνάμεως δια κάθε ενδεχόμενο αν ουχί ληστρικής , τουλάχιστον φυγοδικικής επισκέψεως των φορτίων και θυλάκων των ταξιδιωτών , η δε συσσώρευσις εις την πόλιν και κατά την πανηγυριστική περιοχή παντός είδους πληθυσμού , επιτήρησιν τινά συντονωτέραν της των τεσσάρων ή πέντε κληρωτών της φασματώδους Κυπαρισσιακής αστυνομίας .

Άι ! Όλες αυτές οι προσδοκίες και πρόνοιες έσχον χώραν και εφέτος εν επαγγελία ζωηράς και γονίμου κερδαλέας η ησύχου πανηγύρεως . Κι η ευλογία των σιτηρών και οι καλές τιμές της σταφίδος και η καθησύχασις των μεθοριακών και η καταστολή της φυγοδικίας υπόσχονται πολύ το εν κυκλοφορία αργύριον . Ο δε εξακολουθών πραΰς φθινοπωρινός καιρός και ο φαιδρός ουρανός του ωραίου αυτού κλίματος της δυτικής Πελοποννήσου υπόσχονται πολλούς τους προσελευσομένους και ακμηρά την αγοροπωλησία . Ήδη τα καθ΄ εκάστην προσορμιζόμενα ατμόπλοια των εταιριών παραμένουν τέσσαρες και πέντε ώρες , αποβιβάζοντα δέματα και κιβώτια , το δε ιππικόν της επαρχίας όλης εις αέναον και ανεπαρκή ευρίσκεται κίνησιν .

Και η επιτόπιος δε εξουσία κατέδειξεν εν τη παρασκευή της παραδειγματικήν προνοητικότητα προς πρόληψιν παντός απευκταίου …Αστυνομική διάταξις διαρρήδην προέγραψε του περιβόλου της πόλεως και της πανηγύρεως παν κινητόν θέατρον και ωδικόν καφενείο -υπονοούνται εξαιρούμενα τα Βακχικά ακίνητα θέατρα και γκαριστικά καφενεία – εδέησε δε το γεγονός το ανεξαίρετον της διατάξεως αυτής να κολάση , ξένη τις χείρ , η του επάρχου , ως έμαθον , υποβαλούσα εις προηγουμένην της αρχής εκτίμησιν την εφαρμογήν της απογορεύσεως . Λέγεται ότι ο σκοπός του εισηγητού της διατάξεως ταύτης κ. Δημάρχου ήταν να προστατεύση , ουχί μόνον το αίμα και τα βαλάντια των συνδημοτών του , αλλά και να προφυλάξη τα ώτα αυτών , ως άλλος Οδυσσεύς των συμπλωτήρων ( συνταξιδιωτών)του . Από παντός είδους κιρκική επίδρασιν , αλλά και τα σώματα αυτών αμίαντα να διατηρήση και ακμαία , δια τας μέλλουσας δημοτικάς εκλογάς και την καρδία αυτών παρθένον και ανεωτέριστον .

Το κατώρθωμα θα εκτιμήσωμεν εκ των υστέρων . Δε θα παρασιωπήσω δε εν τη επομένη μου , εν η εκθέσω σοι λεπτομερώς τα κατά την διάταξιν και διέλευσιν της πανηγύρεως αυτής , επιπροσθέτων σοι και εμπορικάς τινάς και στατιστικάς πληροφορίας .9 Σεπτεμβρίου 1882

Κάποιος

Και στο φύλο αρ. 350 της 14 Σεπτεμβρίου , συνεχίζει :

Το Παζάρι

 

«…Πενήκοντα βήματα από της καμπής της επαρχιακής οδού της κατερχομένης εκ της Κυπαρισσίας προς τα Φιλιατρά , και παραλλήλως αυτής τε και της θαλάσσης λευκάζει η μάνδρα , εντός της οποίας και περί ην συνέρχεται ετησίως ο ανάμικτος πληθυσμός αγοραστών και πωλητών , ο αποτελών την εμπορικήν πανήγυριν της Κυπαρισσίας , επεκτείνεται η περιοχή , η πανηγυρίστρα κοινώς καλουμένη . Από της ειρημένης καμπής άρχεται εκατέρωθεν της λεωφόρου σειρά παραπηγμάτων , σκηνών , καλυβών , σκιάδων , φυλλωμάτων , σινδονών και ρακών παντός είδους , καλυπτόντων καθ΄ ολοκληρίαν , εν μέρει ή παντελώς , ποικίλους σωρούς ποικίλων αντικειμένων . Άνωθεν εκάστου των σωρών τούτων δύο- τρείς ρικνοί ή τρυφεροί πωληταί , φουστανελοφόροι ή φραγκοφορεμμένοι , ξεμπρατσωμένοι ή μανικωμένοι , μετά ή άνευ επενδυτών , μετά ή άνευ καλυμμάτων , δι΄ αγρίων , τρυφεροαγρίων ή σοβαροαγρίων φωνών , προσκαλούν και προσκαλούν τους αγοραστάς , εκθειάζοντες την ποιότητα ή ευθηνία του εμπορεύματος του, έκαστος .

Πρώτη συναγωγή , ην συναντά ο κατερχόμενος ούτως εις το στάδιον της τοιαύτης αγοροπωλησίας είναι η σιδηρουργών παντός είδους , ήτοι γύφτων , πεταλωτών , κλειθροποιών και λοιπών , παρομιασθείσα όμως κατ’ αυτό από τινα πωλητήν αγίων και Ρωσικών εικόνων αναμίξ , των Γενεθλίων της Θεοτόκου και της αλώσεως της Πλεύνας , του Αγίου Ελευθερίου και του Αυτοκράτορος Αλεξάνδρου .

Δευτέρα συναγωγή έρχεται η των τενεκετζήδων , φανοποιών και κοσκινοποιών , κατατεμνομένη και ακολουθουμένη από σμήνος μελιπηκτοποιών με παστέλια και ζαχαροκούλουρα και οπωροπωλών με καλάθους και κοφίνια . Άπαντες ούτοι οι πωληταί μένουν υπαίθριοι .

Αμέσως κατόπιν άρχονται παραπήγματα των παπουτσήδων , τσαρουχάδων , υποδηματοποιών , εμβαδοποιών , ζωναροποιών και όλων των λοιπών -ποιών ειδών και αντικειμένων εκ κατειργασμένου δέρματος . Αυτούς ακολουθούν δύο -τρείς σαράτζηδες( σαράτζης = σελοποιός ή ο σαγματοποιός) , εις πωλητής κλαδευτηρίων , δύο μαχαιροπώλαι , εις πωλητής κηρού κιτρίνου και εις λευκών κηρίων , οίτινες καταδεικνύουν εν προόδω την επιστημονικήν αρχήν του καταμερισμού των έργων . Μετά τούτους σειραί τραπεζών με παντοία επ ΄ αυτών εσκωριασμένα είδη και λιανώματα υποδεικνύουν αποτυχούσας αποπείρας μαγαζιού di Chincalie , παρέκει δε η αναπόσπαστος πάσης τοιαύτης συναθροίσεως ,τράπεζα του Ζακυνθίου χημικού, κατανέμει μετά των πειραμάτων του αφθόνους τους κηλιδοσάπωνας και τας στιλβοκόνας τους , δια μέσου πάντων δύο κινητά βιβλιοπωλεία διαμοιράζουν τας φυλλάδας , και Καζαμίας των .

Των συναγωγών τούτων αντίκρυ και εξόπισθεν ευρύτεραι σκιάδες επιστεγάζουν τας χωματίνους εστίας , τας χύτρας και βαρέλια , τα τραπέζια και πινάκια των μαγείρων και καπήλων, οίτινες τροφοδοτούν αντί γενναιοτάτων τιμών τους εν τη κερδοσκοπική ταύτη εκδρομή συντρόφους των . Δεξιόθεν δε εξαιρετική συγκέντρωσις και συνώθησις καταδηλοί την είσοδον των Μπεζεστενίων( μπεζεστένι= η σκεπαστή αγορά υφασμάτων αλλά και άλλων εμπορευμάτων), τα οποία θα επισκεφθώμεν λεπτομερέστερον κατόπιν .

Προ ταύτης , δύο εκατέρωθεν της λεωφόρου αφεθείσαι οδοί ευρείαι , ορίζουν άλλην σειράν παραπηγμάτων των λιανοπωλητών και Ζακυνθίων , άγουν δε η μεν δυσμική προς τα καφενεία και αναψυκτήρια τα προσπαγέντα εξόπισθεν κατά σειράν υπό τας ελαίας και αντίκρυ της παραλίας , η δε ανατολική προς την ανοικτήν αγοράν και την υπαίθριον έκθεσιν εγχωρίων κατασκευασμάτων , οίον λεβήτων , χραμίων(= ύφασμα, στρωσίδι ή κροσσωτό κλινοσκέπασμα υφασμένο από χοντρό μαλλί), κιλιμίων και των τοιούτων , την σκηνήν της αστυνομίας και την των ενοικιαστών των δημοτικών φόρων .

Εκείθεν δε πάλιν εν τη αυτή συνεχεία της λεωφόρου εξακολουθούν άλλα παραπήγματα σκαλτσάδων , τσαρουχάδων , παλατζοπωλών , σκουφοποιών και άλλων τοιούτων ελληνο- επαγγελματιών , εν τη εσχάτη δε άκρα πλουσία έκθεσις κιβωτίων ( μπαούλων) καταπλουμισμένων με πράσινα και κίτρινα άτινα ανηπάργησαν όλα υπό των χωρικών από της πρώτης ημέρας , και λόφος παπλωμάτων αντίκρυ , οίτινες ισοπεδώθηκαν υπό των ιδίων από της πρώτης στιγμής .

Αλλ΄ εισέλθωμεν εντός του περιβόλου των μπεζεστενίων , την κυρίως αγοράν . Ταύτην αποτελεί , ως είρηται , παραλληλόγραμμος τοίχος εκ των τεσσάρων πλευρών του οποίου προεκτείνεται στέγη υποβασταζομένη υπό ξυλίνων στύλων διαχωριζόντων ομού με το κεντρικόν όμοιον στεγάσματα υπέρ τα σαράκοντα παραπήγματα ή μαγαζιά . Ταύτα εισίν όλα εφέτος διατιθέμενα και υπερπλήρη εκ των συρρευσάντων εμπόρων εξ όλων των γειτονικών πόλεων . Αληθές ότι τα είδη τα οποία έφερον ήσαν νεωτερισμοί προ δέκα και είκοσι ετών , αλλά επίσης αληθές ότι οι αγοράζοντες αυτά δεν έχουν μεγάλας αξιώσεις επί του συρμού . Και οι μεν μετενεγκότες( μεταφέροντες ) αυτά έμποροι λαμβάνουν επί χείρας ότι αντίτιμον λάβουν , οι δε αγορασταί των περιχώρων αντί τιμής ευτελεστάτης απολαμβάνουν έστω και ολίγον αργότερα , της αυτής ηδονής , ης απήλαυσαν οι αγαθοί αστοί των μεγαλυτέρων πόλεων πληρώσαντες αδρότατα την μόδαν και ουχί την αξίαν . Και ούτως αυτοί μεν δεν φοβούνται άκαιρον τι momentum ή λογαριασμόν ληξιπρόθεσμον , εκείνοις δε ούτε καθημερινόν ή βιβλίον μερίδων πρόκειται και ουδεμία άλλη προφύλαξις εναπομένει, παρά η από μικράς τινας λαθροχειρίας . Εν τούτοις ευρίσκεται τις και είδη υφασμάτων μη υποκείμενα εις τοιαύτην της μόδας έκπτωσιν , αγοραζόμενα δ΄ ευώνως ως εκ της γειτνιαζούσης τοπικότητος . Τοιαύτα τα εξαίρετα Καλαματιανά , τα αραχνοειδή του Μεσολογγίου , τα στερεά της Ζακύνθου . Επίσης εύωνον( καλή αγορά) προμήθεια κάμνουν οι χωρικοί και πανιών του Τ. τσιτιών , τουλπανερών κι εν γένει διά την παρελθούσαν θερμήν εποχήν υφασμάτων .

Της συναγωγής αυτής βασιλεύουν εφέτος τρεις χρυσοχόοι , με τα ογκώδη κοσμήματά των δια τας μνηστάς ή νύμφας του έτους , και εις ωρολογοποιός . Επίσης ως εκθέματα ανήρτηνται καλά τινά επανοφώρια γυνακεία , ομπρέλλαι και τρίχαπτα , γάντια και ακριβά υφάσματα , ενώ συμμαχούν αι καλαί οικοδέσποιναι τις πλείους πήχεις ν΄ αγοράση από το τραντακοντάλεπτον αυτό τσίτι και το εξηκοντάλεπτον μπέις ή αλπακά . Παρακάτω πολλή γίνεται πάλιν η συνώθησις εν ταις μόστραις μικρών τινων της γύρας πωλητών και περί τα νήματα . Εξερχόμενος δε τις εκ της αντιθέτου δυτικής εξόδου προσπίπτει εις σωρόν φουστανελλάδων ψωνιζόντων ευθυνάς πατατούκας δια τον εισερχόμενον χειμώνα και ανταλλασόντων την κλασσικήν αυτών αντρίτσαν δια κλασικωτέρου Ζακυνθινού σκανταλέτου( σύνεργο “σίδερο” με το οποίο εζέσταιναν το κρεβάτι οι παλιοί αστοί και άρχοντες, πριν κοιμηθούν) ή ρωσικού το σχήμα και ζωηρού τον χρωματισμόν κασκέτου .

Εικ . σκανταλέτο (*)

Οι προτάσεις

Ούτως η κεντρική και ειδική αποθήκη δύναται να παραστήση εν μεγαλυτέρας πόλεως κατάστημα εκποιούν προς διάλυσιν , – a stralico – τα διάφορα αυτού είδη , με την διαφοράν ότι το ενοίκιον αυτής δεν ισοφαρίζει με το μεγαλύτερον ενοίκιον ευρωπαϊκού καταστήματος , διότι ο προνοϊκώτατος δήμος Κυπαρισσίας εισπράττει οκταήμερον μίσθωμα του πολυμερούς αυτού μαγαζιού περί τας 5000 δραχμών , τουτέστιν ανά 100 και 120 δραχμάς δι΄εκάστην από τας τρύπας αυτού , τας μη προστατευόμενας επαρκώς ούτε από την βροχήν , ούτε από τον άνεμον , ούτε από τον ήλιον , ούτε από το σκότος , ούτε από την σκόνην , ούτε από τους εισπράκτορας και ενοικιαστάς του καλού και αγαθού αυτού δήμου. Και είναι λυπηρόν , ότι η αρμόδια αρχή δεν επρόλαβεν εφέτος να καταβιβάση και τα ενοίκια αυτά ,εις το αρχικόν αυτών σημείον των 20 και 30 δραχμών, ως ήσαν άλλοτε , ή να υποχρεώση καν την χρηματιστικωτάτην δημοτικήν , ήτις ωρμήσθη εκ πνεύματος καταργητικού της πανηγύρεως , να παρέξη κάτι τι αντί των εισπραττομένων , να σύρη τουλάχιστον τα κεραμίδια , να σηκώση τους σωρούς των πετρών και ακαθαρσιών εκ του εδάφους της βαρυτιμήτου αυτής αγοράς , να ρίψη ολίγην άμμον επ΄ αυτού , να χορηγήση ολίγην αναψυχήν καν εις τους πόδας και τας ρίνας των δημοτών της. Είναι λυπηρόν ότι εγκαίρως δεν εγένετο γνωστή , λέγω , ανωτέρα τινι εποπτεία η κατάστασις αύτη να προληφθή , ως προελήφθη ομολογουμένως η καταπίεσις της άλλης σπέιρας των ενοικιαστών , τελωνών και τελωνοφυλάκων , οίτινες ως έμαθον ηδύνατο να φορολογήσουν και αυτάς ταύτας τας γραμμάς μου , καν εμάνιθανον , ότι εισαχθείσαι ως διανοητικόν εμπόρευμα πρόκειται να καταναλωθούν ως δημοτικόν ώνιον , έστω εις βάρος αυτών των ιδίων και του άρχοντός των .

Και όμως με ολίγην δαπάνην , με ολίγην πρόνοιαν , με ολίγην ειδημοσύνην , με ολίγον προοδευτικόν πνεύμα , με ολίγην καλλαισθησίαν και η πανήγυρις αύτη της Κυπαρισσίας και τόσαι άλλαι αδελφαί αυτής της εν Ελλάδι ηδύναντο να είναι εν μικρώ και πενιχρώ έστω , Εκθέσεις τοπικαί , εκθέσεις βιομηχανικαί , εκθέσεις γεωργικαί , περιωσμένου συμφέροντος και ορίζοντος το κατ’ αρχάς ευρυτέρου και σπουδαιοτέρου κατόπιν , στοιχεία και πυρήνες των εθνικών και διεθνών εκείνων μεγάλων ευρωπαϊκών πανηγύρεων , αίτινες εισίν εν των καυχημάτων του αιώνος μας .

Αλλά ίσως – ίνα μην καταχραστώ ήδη των στηλών του «Μη Χάνεσαι» – θέλω αναπτύξει αρμοδιώτερον την ιδέαν αυτήν να καταδείξει την ανάγκην και τον τρόπον συστηματικής τινός εκ του κέντρου ενέργειας και ποδηγετήσεως των κοινοτήτων και ατομικοτήτων προς τον σκοπόν της συστηματοποιήσεως και χρησιμοποιήσεως των ατάκτων αυτών και μεμονωμένων αποπειρών της παραγωγικής και κερδοσκοπικής του έθνους ζωής και δυνάμεως . Δεν απαιτείται πολύ να εννοήση τις ότι μέσα συγκοινωνίας , υποστήριξις και αμοιβή , η δέουσα έκθεσις προ της πωλήσεως και η πρέπουσα διάκρισις μετά την έκθεσιν , το μετάλλιον και ο έπαινος , το βραβείον και το δίπλωμα , πάντα ταύτα πρακτικώς εφαρμοζόμενα και συνδυαζόμενα και έχοντα παρακόλουθον ευχερεστέραν και μείζονα την σύστασιν και νικηφόρον τον συναγωνισμόν, δύνανται και των Καλαμών τα μεταξωτά να υποστηρίξουν και της Ζακύνθου τα λινά και του Μεσολογγίου τα βαμβακερά , και της Δημητσάνης τα μάλλινα και της Τριπόλεως τα χαλκώματα και της Κυπαρισσίας τα ζωντανά . Τίνι όμως ανέστιν η φροντίς περί τούτων των ασήμων ;

Αλλά τελειώνω ήδη με την προς το τέλος της βαίνουσα πανήγυριν .

(έπεται συνέχεια)

Κάποιος

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 1882 . αρ. φυλ. 351

ΙV

Το πανηγύρι

Ως προείπον υμίν η συρροή , κίνησις , κατανάλωσις , είσπραξις , υπήρξε παρά ποτε ακμηρά εφέτος . Ο συναγωνισμός κατά συνέπεια πολύς και αι τιμαί μικραί , ώστε τα κέρδη των εμπόρων κατενεμήθηκαν και αι απολαυαί υπήρξαν μέτριαι . Η ιαχή όμως , ο θόρυβος , αι φωναί , αι βοαί , τα συρίγματα , το ανεβοκατέβασμα , αι ιππηλασίαι , αυτά όλα καλά , εξαίρετα . Και αναμένεις τώρα ίσως να επιπροσθέσω σοι και τινα περί του μάλλον τρελλού , του Βακχικωτέρου και επαγωγικωτέρου μέρους της πανηγύρεως . Πλήν εις μάτην ανέμενον και εγώ αυτό και πρεσεδόκων μικράν τουλάχιστον λοξοδρομίαν , από την καθαρώς πραγματευτικήν παράστασιν όλων αυτών και των οκτώ ημερών . Το θέαμα η άποψις η αναβολή αυτής όλως καθημερινή , ατημέλητος , σκοτεινή . Ούτε μία σημασία , ούτε μια εικών , ούτε εις κλάδος δάφνης ή μύρτου ή ελαίας καν , ούτε εις φανός περιττός , ούτε μία άσματος φωνή , ούτε εις τόνος μουσικός . Δύο λαούτα Καλαματιανά παρέμειναν ως ενέχυρον εις καφενείον τι της πόλεως , Ο Φασουλής εξέσχισε το πρόγραμμά του , αι δύο δε της Νεαπόλεως μούσαι και εστιάδες αι πατήσασαι με έμπνευσιν και σφρίγος το έδαφος της νεωτέρας αυτής Αρκαδίας έμειναν θεώμεναι από του ύψους της αστυνομικής απαγορεύσεως τα Βεζεστένια της Άι Λαγούδας .

Για τον Άι Λαγούδη

Και ίνα μην θέσω υποσημείωσιν , ας ανοίξω παρένθεσιν ενταύθα , σημειών ότι , Άι Λαγούδα ή Άι -Λαγούδας – η αγία απόκρυφος , ο άγιος άγνωστος , ο ναός ανύπαρκτος , η πηγή της ονομασίας ή η παραφθορά της κλήσεως ανερεύνητος – ονομάζεται παρά των εγχωρίων η κάτωθεν του χώρου της πανηγύρεως , εις απόστασιν μόλις , δεκαπέντε βημάτων από της θαλάσσης εκρέουσα άφθονος και δροσερά πηγή , γνωστή εις τους γραμματιζούμενους του τόπου ως Διονυσιάς πηγή , και ότι λίγο παρέκει ακόμα και έτι εγγύτερον της θαλάσσης εκρέει από τινος βράχου και άλλη πηγή έτι δροσερωτέρα και επαγωγικωτέρα , και όμως οι Κυπαρίσσιοι διατάζουν ακόμη να κατέλθουν των βράχων των και να πήξουν τας κοιλίας των εις την προσφορωτάτην και τερπνοτάτην αυτήν τοποθεσία και ορισθείσαν προ εικοσαετίας δια συνοικισμόν ! Κλείω την παρένθεσιν και επανέρχομαι εις τους πανηγυριώτας μου .

Το τέλος της βραδιάς

Μόλις κρυφθή ο ήλιος αρχίζουν να συνάζουν οι μεν τα ψώνια των και να ανέρχωνται , οι δε τας πραγματείας των και να τανύουν επ΄ αυτών τα κρεμνηκότα μέλη των. Μετά μιάν ώραν η ανερχόμενη σελήνη δεν φωτίζει ή τους πλείους ρέγχοντας , φιλαργυρώτερον τινα μετρούντα την είσπραξιν της ημέρας του και λαθούσαν τινα ομάδα κρυφοπατούσαν . Ώστε υπό αυτήν την έποψιν η πανήγυρις αύτη παρουσιάζει έκτακτον τινα στερεότητα και Αγγλικήν εμβρίθεια , ης αποτέλεσμα ίσως και της του ιππικού παρουσίας είναι η καθ΄ ολοκληρίαν έλλειψις εφέτος τουλάχιστον ου μόνον συγκρούσεων αιματηρών και ερίδων , αλλά και απλού ατακτήματος .

Η απουσία των γυναικών

Την επομένην λίαν πρωί πάλιν αρχίζει η αυτή εργασία με την αυτήν κανονικότητα , με το αυτό προσωπικόν , με την αυτήν πουριτανικήν σεμνότητα . Ούδ΄ ερωτιδέως πνοή αποτολμά να αμαυρώση την απόστιλψιν αυτήν εν τόση συρροή , εν τόση συνωθήσει . Αλλά πως ! αφού τα εκτός του υμεναίου θήλεα της Κυπαρισσίας εισί προγεγραμμένα και εξ αυτής της τόσον ευτάκτου και εκτάκτου συναθροίσεως ,κάπου – κάπου μόλις επιφαίνεται νεαρόν πρόσωπον είτε υπό την σκέπην και το ζηλότυπον βλέμμα του μνηστήρος αυτού , είτε υπό την αιγίδα ξενικής συνήθειας και γειτονικής ελευθερίας , καθότι τα γείτονα πολίσματα των Φιλιατρών και Γαργαλιάνων είτε φραγκικώτερα είτε πολυγυναιότερα – αν μοι επιτρέπεται η λέξις μάλλον προφαίνουν(προβάλουν) και ολιγώτερον προφυλάττουν από τα βέβηλα όμματα , τα ζωντανά καλλιτεχνήματά των , εφ΄ οις δικαίως επαίρονται .

Η επαιτεία

Αλλ΄ αν δεν κατώρθωσα ούτε εις την πανήγυριν ν ΄απολαύσω της θέας των καφασσωμένων Κυπαρισσίδων , απήλαυσα άλλου τινός σπανίου χρήματος και εκτάκτου φαινομένου κατά τα μέρη ταύτα των … επαιτών . Εδώ , όπου η σταφιδάμπελος και η καλλιέργειά της δεν αφίνουν ουδένα να τείνη επαίτιδα την χείραν , αλλά ούτε τα επαγγέλματα του αχθοφόρου , υδροφόρου , πλύντριας κλπ. να εξασκήση , δύναται τις επί ολόκληρον ενιαυτόν να φυλάττη δίλεπτον εν τω θυλακίω του αναμένων να εξασκήση το κυριώτερον παράγγελμα του Ευαγγελίου , ως ο συνηθισμένος , αν όχι εις τας καθημερινάς πολιορκίας των καντουνίων της Ζακύνθου , τουλάχιστον εις τας κατά Σάββατον πενταρικάς εκ του προϋπολογισμού του περιθάλψεις στενοχωρείται αναγκαζόμενος να μεταβιβάζη όλα ταύτα τα περισσεύματα , εις την μερίδα των κερδών αυτού , αν όχι εις του κρεοπώλου και ιχθυοπώλου τον άπληστον κορβανάν . Δια απλήστως ενετρύφησα εις την κατά μήκος τη οδού της Κυπαρισσίας παράταξιν των παντός ράκους κι ειδεχθείς , αυτών ηρώων από του εντελώς παραλύτου γυναίου του πρηνηδόν συρομένου και απαισίως βοώντος μέχρι της εξυπνοτάτης και ζωηροτάτης apparitia Γεώργη του Σκαρπαλέζου , του ζωντανού αυτού καλανταρίου και οδοιπορικού , το οποίον εξαιρετικώς συνιστώ υμίν – αν ποτέ πατήση το Αθηναϊκόν χώμα – ως πολυτιμώτερον και αυτού του Αττικού του φίλου Ειρηναίου και αυτών των 40 ειδών ημεροδεικτών του κ. Κωνσταντινίδου .

Ο απρόβλεπτος καιρός

Και ούτως ομοιομόρφως και οιονεί κατ’ αντιγραφήν διήλθε το Σάββατον της παρελθούσης εβδομάδος , η Κυριακή και η Δευτέρα της παρούσης , την Τρίτη του Σταυρού , σφοδρός απηλιώτης (**)εποίκιλε το μονότονον της συναθροίσεως ανατρέψας σκιάδας και παραπήγματα και καταθάψας υπό παχέα στρώματα σκόνεως ανθρώπους και πράγματα , ουδόλως όμως παρακολύσας την συνώθησιν των χωρικίδων και τα υποτρέμοντα σανιδώματα των πωλητών και τους σωρούς των κιβωτίων , εφαπλωμάτων και λεβήτων . Την επομένην επανελθούσα η ευδία(=αίθριος καιρός, καλοκαιρία, αιθρία ) επανέφερε καλλίτερον πλην αραιότερον κόσμον , έως ου την Πέμπτην άρχισε πλέον η πανήγυρις να παραδίδη το πνεύμα αβάπτιστος ευτυχώς και σωθείσα από τα φθινοπωρινά του ουρανού παιχνίδια .

Την δε Παρασκευήν χαλασμός … – όχι κόσμου – παραπηγμάτων , σκιάδεων μπαλαρίσματα , κουβαλίσματα …Σάββατον , Σάββατα κυρίω τω θεώ σου , και το υπόλοιπον της οφειλής μου τω «Μη Χάνεσαι» .

18 Σεπτεμβρίου , Άι Λαγούδης

Κάποιος

Παραπομπές

(*)τα παλιά χρόνια που δεν υπήρχε η ηλεκτρική κουβέρτα και η κεντρική θέρμανση στα σπίτια, ένα οικιακό σκεύος πολύ χρήσιμο ήταν το σκανταλέτο, που το χρησιμοποιούσαν για να ζεστάνουν το κρεβάτι. Ήταν δηλαδή η θερμοφόρα της παλιάς εποχής, που έπαιρνε την υγρασία από τα σεντόνια. Το σκεύος αυτό ήταν μπρούτζινο σαν τηγάνι με πολύ μακρύ χερούλι και καπάκι, το γέμιζαν με καυτή χόβολη και το έχωναν ανάμεσα στα σκεπάσματα για να προετοιμάσουν μια ζεστή φωλιά για τον ύπνο.

(**) Ο Λεβάντες, στην αρχαία ελληνική γνωστός ως ο τοπικός άνεμος Απηλιώτης, πρόκειται για ανατολικό άνεμο που πνέει στη δυτική Μεσόγειο θάλασσα και στη βόρεια Γαλλία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου