“Η συζήτηση – αντιπαράθεση που έχει ανοίξει για το ΠΟΠ «Ελιά Καλαμών» επιδιώκει να καλλιεργηθούν αυταπάτες και ψευδαισθήσεις στους μικρομεσαίους ελαιοκαλλιεργητες, ότι μπορεί να βελτιωθεί η εξαιρετικά άσχημη κατάσταση που επικρατεί σε ζήτηση και τιμές. Στην πραγματικότητα το καθεστώς προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ) ούτε έσωσε, ούτε προστάτευσε τους μικρούς παραγωγούς, που η μεγάλη τους πλειοψηφία βρίσκεται σήμερα σε τραγικό αδιέξοδο.
Η πραγματική αιτία του προβλήματος είναι η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της ΕΕ που μοναδικό στόχο έχει την εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των μονοπωλίων, των εξαγωγέων – μεγαλεμπόρων που συνδέονται με την πρωτογενή παραγωγή και την παραπέρα συγκέντρωση και συγκεντροποίηση γης – παραγωγής – εμπορίας των αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων.
Στο έδαφος της ΚΑΠ, που συνδιαμόρφωσαν και εφάρμοσαν διαχρονικά όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ παλιότερα:
1. Επιτρέπονται οι αθρόες εισαγωγές ελιών (και άλλων αγροτικών προϊόντων μη ελλειμματικών) τη στιγμή που δεν έχει εξασφαλιστεί η διάθεση της εγχώριας παραγωγής. Όχι για να φάει φθηνά ο λαός, αλλά, για να κερδοσκοπήσουν οι μεγαλέμποροι. Αυτές οι ελιές εισάγονται και πολλές φορές πωλούνται ως «Καλαμών» ή ακόμα και ως «Καλαμάτας» (Kalamata olives) για να ρίχνουν την τιμή της ντόπιας παραγωγής στα τάρταρα, να εξασφαλίζουν φθηνή πρώτη ύλη ενισχύοντας την κερδοφορία εμποροβιομηχάνων.
2. Απαγορεύεται ο καθορισμός κατώτερων εγγυημένων τιμών που να εξασφαλίζουν ένα εισόδημα επιβίωσης στον αγροτοπαραγωγό και ικανοποιητικές τιμές στη λαϊκή κατανάλωση, αφήνοντας απροστάτευτο και τον αγρότη και τον καταναλωτή. Μάλιστα, αυτή η απαγόρευση, ειδικά για τον τομέα του ελαιόλαδου, ενισχύθηκε με τη μεταβατική ΚΑΠ και την προσθήκη στον Κανονισμό 1308/2013 του άρθρου 167α, που ορίζει, πέρα από τη γενική, και ειδική ρητή απαγόρευση καθορισμού από τα κράτη της ΕΕ οποιασδήποτε μορφής τιμής, ακόμα και ως ενδεικτικής ή συνιστώμενης κατά την «πρώτη» εμπορία του προϊόντος, δηλαδή κατά την πώληση του ελαιόλαδου από τον αγροτοπαραγωγό στον βιομήχανο ή στον έμπορο/διακινητή/εξαγωγέα. Την ίδια στιγμή, βιομήχανοι και έμποροι πωλούν τα προϊόντα των ελαιοπαραγωγών στην τελική κατανάλωση σε τιμές από τριπλάσιες έως δεκαπλάσιες σε σχέση με την τιμή που δίνουν στους αγρότες.
Στην ουσία η όποια αντιπαράθεση για τις αποφάσεις Αποστόλου (ΣΥΡΙΖΑ)– Γεωργαντά (ΝΔ) αφορά για το ποιος μεγαλέμπορας – βιομήχανος θα μπορεί να κερδίζει στις πλάτες των αγροτών. Αποδεικνύεται ότι είτε με ΣΥΡΙΖΑ, είτε με ΝΔ η στρατηγική της πολιτικής τους είναι κοινή και συγκεκριμένη. «Φορείς», βουλευτές της Μεσσηνίας, εκπρόσωποι εμπόρων, Δήμαρχοι και λοιποί «σωτήρες» κοροϊδεύουν τους παραγωγούς μέσα στα μούτρα τους, ότι δήθεν «κόβονται» για τις αθρόες εισαγωγές και τις ελληνοποιήσεις. Με τις πλάτες της κάθε κυβέρνησης, της Ε.Ε. και της Κ.Α.Π. οι μεγαλέμποροι είτε αισχροκερδούν, είτε εισάγουν ανεξέλεγκτα. Είναι προκλητικό να κάνουν τους ανήξερους. Ο ένοχος για εισαγωγές προϊόντων από τρίτες χώρες, ενώ τα ίδια τα παράγουμε και στην χώρα μας, έχει ονοματεπώνυμο: Ε.Ε., κυβερνήσεις διαχρονικά.
Για άλλη μια φορά αποδεικνύεται ότι η παρεχόμενη από την ΕΕ «προστασία» των διαφόρων κατοχυρωμένων ονομασιών, όπως είναι τα ΠΟΠ αφορά πρώτα απ’ όλα τα κέρδη του εμπορικού και μεταποιητικού κεφαλαίου και όχι την επιβίωση των βιοπαλαιστών αγροτοπαραγωγών.
Το θέμα της ονομασίας προέλευσης και της ποιότητα που πρέπει να έχουν τα αγροτικά προϊόντα αποκτούν ουσιαστικό περιεχόμενο μόνο όταν η παραγωγή γίνεται με μοναδικό κριτήριο την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του λαού και όχι τα κέρδη των ομίλων.
Η πρόσφατη πείρα είναι χαρακτηριστική για τους αγρότες της Μεσσηνίας. Ακόμα και η περσινή «καλή» τιμή των 2 ευρώ φέτος δεν είναι αρκετή να καλύψει τις ανάγκες των παραγωγών. Το κόστος παραγωγής και της ελιάς καλαμών έχει εκτοξευτεί. Τελικά στη Μεσσηνία, στη Λακωνία, στην Αιτωλοακαρνανία η τιμή στην τσέπη του παραγωγού δεν εξασφαλίζει την επιβίωσή του. Σε όλη την Ελλάδα το πρόβλημα είναι ότι τους αγρότες τους εκμεταλλεύονται το ίδιο οι μεσάζοντες – εξαγωγείς – μεγαλέμποροι που αλωνίζουν. Η πραγματικότητα δεν κρύβεται. Ο παραγωγός παράγει ποιοτικό προϊόν που μένει απροστάτευτο στα δόντια των μεγαλεμπόρων και έχει εξευτελιστική τιμή. Οι παραγωγοί ξέρουν καλύτερα από τον καθένα ότι το ΠΟΠ δίνει στην πράξη 0.10-0.30 λεπτά του ευρώ στον παραγωγό υπό «προϋποθέσεις» την ίδια στιγμή που στον τυποποιητή, εξαγωγέα δίνει 2-3 ευρώ ανά συσκευασία. Την ίδια στιγμή ο καταναλωτής αυτό το ποιοτικό προϊόν το αγοράζει έως και 10 φορές επάνω, ενώ την ίδια ώρα η εγχώρια λαϊκή κατανάλωση βαίνει μειούμενη λόγω της εκτίναξης της ακρίβειας, των τσακισμένων μισθών και συντάξεων των εργατικών λαϊκών νοικοκυριών.
Η λύση σήμερα για τα σοβαρά προβλήματα των φτωχών αγροτών είναι ο οργάνωση του αγώνα, η συλλογική πάλη μέσα από το οργανωμένο αγροτικό κίνημα για τα δίκαια αιτήματά τους. Οι αγρότες της Μεσσηνίας έχουν πείρα, ότι κέρδισαν το κέρδισαν μέσα από την σύγκρουση και τους αγροτικούς συλλόγους τους. Η πάλη για την μείωση του κόστους παραγωγής, για εγγυημένες τιμές στα προϊόντα τους, για εισόδημα και ζωή με αξιοπρέπεια. Για να μην ξεκληριστούν από την γη τους, για να μην κοπεί το ρεύμα σε κανένα αγροτικό σπίτι, για να μην κατασχέσει η τράπεζα χωράφια ή σπίτια βιοπαλαιστών αγροτών, πρέπει να γίνει υπόθεση όλου του λαού της Μεσσηνίας. Για μια παραγωγή που στόχο έχει να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες του λαού με φθηνά και ποιοτικά προϊόντα και όχι για τα κέρδη των μονοπωλίων και των καπιταλιστών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου