Στοιχεία για την ύδρευση της Κυπαρισσίας
από τους αρχαίους χρόνους.
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ ΜΑΣ ΔΗΜ.Κ. ΣΤΡΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ο πληθυσμός των Επαρχιών του Νομού Μεσσηνίας το 1840 είχε ως εξής: Επαρχία Μεσσήνης 19.014, Τριφυλίας 18.238, Καλαμάτας 15.203, Πυλίας 12.824. Οι κάτοικοι της Κυπαρισσίας με τα χωριά της 2.962 : Κυπαρισσίας 2.077, Πλεμενιάνων 82, Βρυσών 182, Μουριατάδας 81, Καρβούνι 51, Μαλενίτη (Ξηρόκαμπος) 96, Άγιος Ιωάννης και Στασιό 87, Αρμενιών 196, Ποδογορά (Περδικονέρι) 70, Φαρακλάδα 40. Δήμαρχος ο Γ. Μπόρσας. Σύμβουλοι Ιωάννης Τομαράς Πρόεδρος. Διον. Κατσαρός, Μήτρος Αναστασόπουλος, Ιωάν. Ρόμπος, Σπυρ. Παχής και Κων/νος Δημόπουλος. Διοικητής της Επαρχίας Π.Ν.Νέγκας.
Κάστρο της Αρκαδιάς
Κάστρο της Αρκαδιάς
Βιγλάτορα κι αφέντη του πελάγους
που απλώνεται στα πόδια σου,
ίδιο τεράστιο σύμβολο,
της Λευτεριάς και των Ελλήνων.
(Κ.Καλατζής)
Η Αρκαδιά των μεσαιωνικών χρόνων και της Τουρκοκρατίας ήταν γύρω από το κάστρο, στο οποίο κατέφευγαν σε κάθε κίνδυνο. Τις πρώτες δεκαετίες μετά την απελευθέρωση είχε πολλά προβλήματα η αγριότητα του απελευθερωτικού αγώνα και οι ανάγκες της ζωής είχαν κάνει τους κατοίκους της ανυπότακτους, και δεν υπάκουαν σε νόμους και κανόνες, αν υπήρχαν, όπως και η έλλειψη προγραμματισμού ήταν
φανερή. Ένα γράμμα ανώνυμο, από κάτοικό της, σε εφημερίδα των Αθηνών, περιγράφει και καταγγέλλει την κατάσταση που επικρατούσε το 1840 στην Αρκαδιά, αν και μπορείς να διακρίνεις αντιπολιτευτική διάθεση, ωστόσο δεν απέχει από την αλήθεια. Γράφει: «Η Κυπαρισσία κείται εις τους πρόποδας ορέων σοβαρών, απέχει από την θάλασσαν εν τέταρτον της ώρας, ανά την πόλιν υπάρχουν πεδιάδες κατάφυται και παρίσταται από το μέρος της θαλάσσης εν είδη αμφιθεάτρου, αλλ αλοίμονο! Ενώ έξωθεν φαίνεται μια από τας τερπνάς πόλεις, εισερχόμενος τις δεν δύναται να περπατήση από το ανώμαλο των δρόμων, αφού οι δρόμοι είναι λοξοειδείς. Και είναι πλέον δυστυχείς, διότι όχι μόνον δεν εδόθη κανέν σχέδιον, αλλά και σήμερον ο καθείς κτίζει όπως θέλει και αφήνει όπου και όπως λέλει διάδρομον χωρίς να εμποδίζεται από τινά. Οι τοιούτοι δρόμοι είναι καταπλακωμένοι από σορούς πετρών των κατακρημνιζομένων σήμερον ερειπίων και άλλας ακαθαρσίες, ώστε δεν δύναται να περπατούν οι άνθρωποι και εξέρχονται των οικιών των για να ανασάνουν καθαρόν αέρα. Κατά το 1837 από το Δήμαρχο Γεώργ. Μπόρσα που κόστισε 4.000 δρχ. επεσκευάσθησαν τα υδραγωγεία της πόλεως μας… αλλά σήμερον τα περισσότερα υδραγωγεία εφθάρησαν… είναι εις τοιαύτην κατάστασιν εις τρόπον ώστε μένουν ανοικτά πολλά μέρη, πίπτουν διάφοροι ακαθαρσίαι και πολλάκις τρέχουν οι βρύσαι αντί ύδατος καθαρού, μεμιγμένον με σαπουνάδακαι άλλας ακαθαρσίας, ιδίοις όμασιν ίδωμεν μια γυναίκα πλένουσα τα κωλόπανα των παιδιών της και το νερό έπιπτε εις το υδραγωγείον.».
Άλλος ανώνυμος επιστολογράφος (ήταν μάλλον ο Κ. Πετροτζής, σημαντικός παράγοντας της Κυπαρισσίας τα χρόνια εκείνα) στις 21 Αυγούστου 1840 στην εφημερίδα των Αθηνών «Αθηνά» γράφει: «Από
την πλευρά της εκτελέσεως κοινωφελών έργων στην Κυπαρισσία που βγήκε ερειπωμένη από τον αγώνα δεν έχει γίνει τίποτα σχεδόν το 1840.». Η ανταπόκριση στρέφεται κατά του Δημάρχου και του κυβερνητικού εκπροσώπου διοικητού της επαρχίας.
Με δημοσίευμα στην «ΤΡΙΦΥΛΙΑΚΗ ΕΣΤΙΑ», λαογραφικό και λογοτεχνικό περιοδικό που εκδίδει ο εν Αθήναις Σύλλογος των Κυπαρισσίων, ο Ετεοκλής Γρηγοριάδης, απόγονος του οπλαρχηγού του 1821 Αθαν. Γρηγοριάδη το 1985, περιγράφει την κατάσταση που επικρατούσε στην Κυπαρισσία και το κάψιμό της το 1863 από τους Ντρέδες, πως μετά την έξωση του Όθωνα το 1862 οι διοικητικές και στρατιωτικές αρχές δεν μπορούσαν να ελέγξουν την κατάσταση. «Δύο εθνικά πενταετούς ενοικιασμένα περιβόλια Οθωμανών των Ταΐραγα Μεμί – Σαγιοδόπουλου και Μπάσογλου, κατέκοψαν τα δένδρα αυτών τα διήρεσαν εις τεμάχια και ανήγειραν οικίαν και εργαστήριο και υδρόμυλους όπου ήθελαν, άνθρωποι που δεν είχαν που την κεφαλίν κλίναι».
Με αυτές, τις έστω λίγες μαρτυρίες, μπορούμε να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα για το πως άναρχα με τα στενοσόκακα οικοδομήθηκε η Άνω Πόλη μετά την απελευθέρωση του 1821. Ωστόσο δεν θα πρέπει να είμαστε επικριτικοί γιατί η Αρκαδιά βγήκε κατεστραμμένη από τα συνεχή περάσματα από αυτή του Ιμπραήμ Πασά και το κάψιμο οικιών , εκκλησιών και το κόψιμο δένδρων. Όμως και των παλαιοτέρων χρόνων (Φραγκοκρατίας, Βενετοκρατίας, Τουρκοκρατίας) η ρυμοτομία της δεν φαίνεται να ήταν καλύτερη, αυτό μαρτυρούν οικοδομές που σώζονται των χρόνων εκείνων. Ακόμη δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι οι κάτοικοί της, των πρώτων δεκαετιών του 19ου αιώνα, ήσαν αυτοί που πολέμησαν για την απελευθέρωση, και ότι η
αγριότητα του πολέμου τούς είχε κάνει σκληρούς που δεν υπάκουαν σε νόμους και κανόνες.
Η Κυπαρισσίας που παραπάνω περιγράψαμε τα προβλήματά της, διατηρεί το παλαιό της χρώμα, τα λιθόστρωτα ανηφορικά και περίπλοκα δρομάκια, βρύσες πετρόχτιστες, ανενεργές σήμερα (2014), εκτός της Παζαρόβρυσης, Σταφιδόβρυσης και Πιγαδούλι. Αρχοντικά περιφραγμένα με μάντρες, πολεμίστρες, απλές κατοικίες και χαλάσματα που οι τοίχοι τους κουβαλούν μνήμες, και μέσα τους φυτρώνουν χόρτα και αγριόδενδρα, και όμως το ένδοξο παρελθόν τους είναι ορατό, είναι μνήμες φυλαγμένες στο κουτί της ιστορίας. Όλα αυτά εμπνέουν σεβασμό και συγκροτούν την φυσιογνωμία της, μοιάζει με πιατοθήκη όπως γράφει ο μεγάλος Γάλλος μυθιστοριογράφος Ιούλιος Βερν (1828-1906). Είναι πράγματι μια ωραία γερόντισσα που διατηρεί την περασμένη αίγλη της που γοητεύει και δεν μπορείς να πάρεις το βλέμμα σου από πάνω της.
Τα τελευταία χρόνια με προσπάθειες των Δημοτικών Αρχών και Συλλόγων η Παλιά Πόλη αναγεννάται και ανακτά μέρος από την παλιά ζωή της, παλιά σπίτια ανακαινίζονται και άλλα καλαίσθητα κτίζονται σύμφωνα με ους όρους της αρχαιολογικής υπηρεσίας, γιατί έχει χαρακτηρισθεί αρχαιολογικός χώρος ΦΕΚ 1159/29-12-1979 (ιστορικός τόπος) ΦΕΚ 347/10-4-1998 (αρχαιολογικός χώρος) ΦΕΚ 139/18-2-1999 (επέκταση ορίων), οι δύο πρώτοι χαρακτηρισμοί ήταν γύρω από το κάστρο και ο τρίτος επεκτάθη μέχρι την οικία Χηνόπουλου στην αρχή της οδού Ανδ. Γεωργακοπούλου. Στην πλατεία «Αρκαδιάς» οι καφετέριες, οι ψησταριές, το παζάρι των αντικών που γίνεται κάθε χρόνο τον Αύγουστο μήνα, το κάστρο, προσελκύουν πολλούς ανθρώπους, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες, που μπορείς να τους
αποκαλέσεις και προσκυνητές, συρρέουν να απολαύσουν αυτά που προσφέρουν τα κέντρα, την μοναδική θέα της Κάτω Πόλεως που απλώνεται νωχελικά μέχρι την ακρογιαλιά, να αγναντέψουν τις βουνοκορφές πάνω και βόρεια που διαγράφονται στον καθαρό ουρανό. Αλλά και να ακούσουν τους ψιθύρους που φέρνουν τα κύματα του Ιονίου Πελάγους, ψιθύρους που έρχονται από τα βάθη των αιώνων, ως και να δουν με τα μάτια της ψυχής τις ιερές σκιές που περπάτησαν στα καλντερίμια, στον πλάτανο της Αρκαδιάς, στο κάστρο των Γιγάντων.
Για να επιζήσει μια πόλη χιλιετίες στο αυτό μέρος, όπως η Κυπαρισσία, πρέπει να υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις, όπως γόνιμη γη, τι προσφέρει στις συγκοινωνίες, υγιεινό κλίμα και η ύπαρξη νερού, αυτά τα προσόντα τα διαθέτει η Κυπαρισσία.
Η Αρκαδιά των μεσαιωνικών χρόνων, και παλαιότερα, για την ύδρευση των κατοίκων και την άρδευση των αγρών της, υπήρχαν, και υπάρχουν πολλές πηγές, παλαιότερα με περισσότερο νερό, αυτές της Τζιβιδιάς, η βασικότερη, της Παζαρόβρυσης, Σταφιδόβρυσης, Πηγαδούλι, Κιούπι, Παναγίας Γελουδά, Αγίου Νικολάου, Άι Λαγούδι, Καλογερέικα, Πάστενα (Μύλους), Μαύρη Λίμνα, Ροντακίου, Πρίτζιπα (Τερψιθέα) και πολλά πηγάδια. Μεγάλο μέρος των αγρών της αρδεύετο από το Κεφαλάρι των Βρυσών, Μύλοι, Περιβόλια, Κάμπος, Φόρος, ακόμη και εκεί που σήμερα (2014) τελείται η Λαϊκή Αγορά και είναι το Δημοτικό Μέγαρο και ο Ναός του Αγίου Αθανασίου (τοπωνύμιο Μούστος) αρδεύετο από το Κεφαλάρι Βρυσών, το νερό από την μια όχθη του ρέματος Χαμέρη στην άλλη περνούσε με ξύλινη καράμπα. Το νερό αυτό δεσμεύτηκε για τις ανάγκες ύδρευσης της πόλεως, ως γνωστόν δια νόμου η ύδρευση των κατοίκων προηγείται κάθε άλλης ανάγκης.
Στη διάνοιξη του εθνικού δρόμου Κυπαρισσίας – Πύργου το 1959, στο τοπωνύμιο Φόρος, αποκαλύφθηκε πήλινο δίκτυο ύδρευσης των ελληνιστικών χρόνων, ως και πέτρινος αύλακας μεταφοράς νερού, προφανώς, για την άρδευση της περιοχής κάμπου και των κτημάτων κάτωθεν του σιδηροδρομικού σταθμού. Πήλινος αγωγός μεταφοράς νερού αποκαλύφθηκε και κατά της εκτέλεση έργων ανάπλασης της πλατείας πλατάνου και την συντήρηση των δύο πετρόχτιστων βρυσών που βρίσκονται σ’ αυτή, η μία είναι του 16ου αιώνα. Όπως και στην πλατεία Αρκαδιάς όταν ο Δήμος Κυπαρισσίας το 1998 έκανε έργα ανάπλασής της.
Μεγάλες προσπάθειες για την ύδρευση της Παλιάς Πόλης, της Αρκαδιάς, έκανε ο Δήμαρχος Δημ. Ζήρας (1857-1862). Κατασκεύασε την Δεξαμενή, που χρησιμοποιείται και σήμερα με ορισμένες βελτιώσεις, και πολλές πετρόχτιστες και καλαίσθητες βρύσες. Για τα έργα αυτά έβαλε ενέχυρο στην νεοϊδρυθείσα Ε.Τ.Ε. (1841) την κτηματική του περιουσία που ήταν μεγάλη, κυρίως σταφιδάμπελα, την οποία και έχασε γιατί οι επόμενοι Δήμαρχοι δεν πλήρωσαν το χρέος.
Η επάρκεια του αγαθού του νερού είναι από τις πρώτες έννοιες κάθε δημοτικής αρχής. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τους εμφυλίους, οι διατελέσαντες δήμαρχοι Κυπαρισσίας έκαναν μεγάλες προσπάθειες για να λύσουν το πρόβλημα αυτό που είχε η πόλης. Το σημερινό υδρευτικό σύστημα με την παροχή νερού σε κάθε νοικοκυριό άρχισε ο αείμνηστος Δήμαρχος Γεώργιος Καλαντζάκος (1952-1964), ακόμη τοποθέτησε μπρούτζινες βρύσες στην κεντρική αγορά και το κάστρο, στην κορυφή τους είχαν έμβολο το οποίο πίεζες και έβγαζαν άφθονο νερό. Για να καλύψει τις ανάγκες για νερό το 1957 δέσμευσε με δικαστικό αγώνα το νερό από το Κεφαλάρι των Βρυσών, τα λεγόμενα
δειλινά και ρουσούμια θεσμοθετημένα από το Μεσαίωνα, ίσως και παλαιότερα, με το οποίο αρδεύοντο κτήματα με οπωροφόρα δένδρα και περιβόλια με κηπευτικά τις απογευματινές ώρες, οι περιοχές Μύλων, Ψαριώτη (Νταϊμίνη), Αγίου Νικολάου (Στρατικοπλέικα), Μυσερλέικα (Θεοδωρόπουλου), έναντι μικρής αποζημιώσεως. Θα σημειώσω ότι παρόμοιο θεσμοθετημένο έθιμο υπήρχε και στην περιοχή Ροντάκι με το νερό της εκεί πηγής για ορισμένα κτήματα.
Την προσπάθεια για την κάλυψη των αναγκών της ύδρευσης της Κυπαρισσίας συνέχισαν και οι επόμενοι Δήμαρχοι. Ο Ηλίας Τσίγγανος την πρώτη Δημαρχοντία του 1967-1974 δέσμευσε νερό από το Κεφαλάρι Βρυσών που προορίζετο για την άρδευση κτημάτων, από την περιοχή Μύλων μέχρι τη θάλασσα, και το διοχέτευσε στη Δεξαμενή για την ύδρευση. Όπως και διεύρυνε το δίκτυο παροχής νερού στα νοικοκυριά. Σε αντικατάσταση του νερού που προορίζετο για την άρδευση των κτημάτων, πραγματοποίησε εγκαταστάσεις αντλήσεως νερού από τον Αρκαδικό ποταμό και δίκτυο παροχής νερού για τα κτήματα.
Την προσπάθεια για την κάλυψη των αναγκών σε νερό ύδρευσης, που διαρκώς μεγάλωνε, ο επόμενος Δήμαρχος Παναγιώτης Τσάκος (1975-1986) πήρε και άλλες ποσότητες νερού από το Κεφαλάρι, αφαιρώντας το από τα δικαιώματα των κατοίκων της Κοινότητας Βρυσών. Έκανε σωληνώσεις μεταφοράς νερού στη Δεξαμενή, διεύρυνε ακόμη περισσότερο το δίκτυο παροχής νερού. Έκανε γεωτρήσεις για νερό, αλλά στάθηκε άτυχος. Ολοκλήρωσε την άντληση νερού από το ποτάμι. Και ακόμη δημιούργησε ομάδα αγροτών στην περιοχή Μεμί που αντλεί νερό με μοτέρ από το ποτάμι για την άρδευση των αγρών τους.
Προσπάθειες για την ύδρευση της πόλεως έκανε και ο αείμνηστος Δήμαρχος Κωνσταντίνος (Τάκης) Αδαμόπουλος (1986-1990), ο οποίος αγόρασε το νερό της γεώτρησης Ηλία Αλεξανδρόπουλου στην περιοχή της Κοινότητας Αρμενιών, νερό άριστης ποιότητας, και το μετέφερε με σωληνώσεις στη δεξαμενή.
Ο Ηλίας Τσίγγανος στη δεύτερη Δημαρχοντία του (1991-2006) πραγματοποίησε πετυχημένες γεωτρήσεις για την εξοικονόμηση νερού. Υδρομάστευσε την πηγή Τζιβιδιά, από την οποία υδρεύετο η πόλης πολλούς αιώνες, και το νερό της είχε χαθεί. Κατασκεύασε δεύτερη μεγάλη Δεξαμενή στην περιοχή Σταυροπάζαρο και άλλες μικρότερες στο Μεταλλείο και σε διάφορες Κοινότητες του Καποδιστριακού Δήμου Κυπαρισσίας. Διεύρυνε το δίκτυο ύδρευσης σε όλη την πόλη και τους συνοικισμούς ώστε να πάει νερό στο κάθε νοικοκυριό.
Και ο διάδοχος του Ηλία Τσίγγανου, Γεώργιος Σαμπαζιώτης (2006-2010) κάλυψε τις όποιες ανάγκες με το πέρασμα των χρόνων είχαν παρουσιαστεί, όπως και την κάλυψη της ανάγκης σε νερό του βιολογικού καθαρισμού. Και οι άλλοι διατελέσαντες Δήμαρχοι Ιωάννης Μαντάς, για μικρό χρονικό διάστημα, και Κωνσταντίνος Πετρόπουλος (1964-1967) έκαναν προσπάθειες και έχουν τη δική τους προσφορά για να απολαμβάνουν οι κάτοικοι της πόλεως το αγαθό του νερού μέσα στο σπίτι τους.
Θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι το νερό από την πηγή Τζιβιδιά, όπως πιο πάνω έχουμε αναφέρει, μεταφέρετο με αύλακα επιχρισμένο με ειδικό κονίασμα και καλυμμένο με πλάκες πέτρινες, ο οποίος ισοπεδώθηκε προκειμένου να δημιουργηθεί αντιπυρικός δρόμος, για δασοπυρόσβεση του πάνω και κάτω από αυτόν ωραίου πευκοδάσους.
Σήμερα (2014) η Κυπαρισσία έχει άρτιο υδρευτικό δίκτυο που καλύπτει όλη την κυρίως πόλη και όλους τους συνοικισμούς και οικισμούς, ώστε κανένα νοικοκυριό, όσο απομακρυσμένο και αν είναι, να μην έχει το νερό στην κουζίνα του. Οι συνδέσεις παροχής υπερβαίνουν τις 4.500 και το νερό που εισρέει στις δεξαμενές είναι περισσότερο από 4.000 κυβικά την ημέρα. Αν καμία φορά παρουσιασθεί έλλειψη, κυρίως τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο, λόγω τουρισμού και διπλασιασμού των κατοίκων της, και στο ότι το νερό των πηγών το χρονικό αυτό διάστημα λιγοστεύει, ενοικιάζει και αντλεί νερό από ιδιωτικές γεωτρήσεις.
Είναι γνωστό ότι η κατανάλωση νερού κατ’ άτομο, είναι ένας από τους τρόπους μετρήσεως του πολιτισμού μίας πόλης και μίας χώρας, δηλαδή αν και πόσο οι κάτοικοι αγαπούν τη χρήση νερού, η Κυπαρισσίας μπορούμε να πούμε ότι βρίσκεται σε καλό επίπεδο.
Δεν θα παραλείψω να αναφέρω ότι στην Κυπαρισσία υπάρχουν πηγές με λιγοστό νερό, το οποίο αποθηκεύεται στις λεγόμενες στέρνες, και χρησιμοποιείται για την άρδευση αγρών, αυτές είναι του Αγίου Νικολάου, Μούσγας (Γιάνναρη), Καλογερέικα, Αγίους Πάντες, Αγίου Θεοδώρου, Ροντάκι. Σ’ αυτές άλλοτε αφθονούσαν τα χέλια, τα καβούρια, οι νεροχελώνες, τα νερόφιδα και οι βάτραχοι που όταν κόαζαν δημιουργούσαν μια υπέροχη συναυλία.
Κάναμε ένα ταξίδι στους χρόνους, καταγράφω στοιχεία που έχουν πέσει στην αντίληψή μου για την άναρχη δόμηση της Άνω Πόλεως και την ύδρευση της Κυπαρισσίας, τα γράφω αυτά για να μείνουν, είναι μνήμες εμάς των παλαιοτέρων που φυσικά χάνονται σιγά σιγά μαζί μας.
Δημ. Κ. Στρατικόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου